Ονομάστηκε ανθυπασπιστής του Μηχανικού το 1833. Μετά την αποφοίτηση του συμπλήρωσε τις σπουδές του στο Παρίσι. Προήχθη σε ανθυπολοχαγό το 1834, σε υπολοχαγό το 1842, σε λοχαγό το 1849, σε ταγματάρχη το 1862, σε αντισυνταγματάρχη το 1868, σε συνταγματάρχη το 1878 και σε υποστράτηγο το 1886.
Το 1842 απολύθηκε από τους Βαυαρούς για να επανέλθει στην ενέργεια μετά την Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843.
Στις αρχές του 1863, ως ταγματάρχης, ορίστηκε μέλος της επιτροπής, η οποία θα διοικούσε προσωρινά το Σχολείο Τεχνών (Μετσόβιο Πολυτεχνείο).
Αργότερα, στον ίδιο χρόνο, ανέλαβε καθηγητής της Αρχιτεκτονικής και Οικοδομικής και πρόεδρος της διοικητικής επιτροπής (Εφορίας) του Σχολείου. Με την ιδιότητα αυτή (στην ουσία διευθυντής) πρωτοστάτησε στην οργάνωση του Σχολείου. Παρέμεινε διευθυντής μέχρι το Μάιο του 1864 και στη θέση του καθηγητή μέχρι τον Ιούλιο του 1872. Υπήρξε από τους καλύτερους αρχιτέκτονες της εποχής του.
Στις αρχές του 1863, ως ταγματάρχης, ορίστηκε μέλος της επιτροπής, η οποία θα διοικούσε προσωρινά το Σχολείο Τεχνών (Μετσόβιο Πολυτεχνείο).
Αργότερα, στον ίδιο χρόνο, ανέλαβε καθηγητής της Αρχιτεκτονικής και Οικοδομικής και πρόεδρος της διοικητικής επιτροπής (Εφορίας) του Σχολείου. Με την ιδιότητα αυτή (στην ουσία διευθυντής) πρωτοστάτησε στην οργάνωση του Σχολείου. Παρέμεινε διευθυντής μέχρι το Μάιο του 1864 και στη θέση του καθηγητή μέχρι τον Ιούλιο του 1872. Υπήρξε από τους καλύτερους αρχιτέκτονες της εποχής του.