ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ

“Οπτικοακουαστικό ντοκουμέντο. Η ιστορία της Ευαγγελίας Κουτσαντώνη – Αϊβάζογλου που έχασε 23 άρρενες συγγενείς στην Μικρασιατική Καταστροφή“.

Τετάρτη 17 Ιουλίου 2013

ΜΕΡΟΣ Α-Η ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΤΗΣ ΚΑΒΑΛΑΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ

Του Νίκου Ε. Καραγιαννακίδη*
(αναδημοσίευση από την έκδοση του Δήμου Καβάλας "Στοιχεία Ιστορίας του Νομού Καβάλας")

1.            Προλογικά: από το 1912 μέχρι το 1922

Η Καβάλα ενσωματώθηκε στο νεοελληνικό κράτος με μεγάλη καθυστέρηση και έπειτα από πολλές περιπέτειες.
Τον Οκτώβριο του 1912 Ελλάδα, Σερβία και Βουλγαρία συμμαχούν και κηρύσσουν πόλεμο εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας με σκοπό την εκδίωξη των κατακτητών από τα Βαλκάνια και την απελευθέρωση των «αλύτρωτων αδελφών» τους, οι οποίοι ζούσαν σε περιοχές εκτός των εθνικών ορίων. 


ΑΡΧΕΙΟ: Κ. ΠΑΠΑΚΟΣΜΑ
Στο πλαίσιο αυτού του πολέμου, του Α΄ Βαλκανικού, η πόλη καταλαμβάνεται από το «σύμμαχο» βουλγαρικό στρατό, που αξιοποιεί την ευκαιρία της προέλασης προς Νότο για να δημιουργήσει μια κατάσταση ευνοϊκή για τις μεταπολεμικές επιδιώξεις της Βουλγαρίας σχετικά με την περιοχή. 
Οι Βούλγαροι συμπεριφέρθηκαν κάθε άλλο παρά ως σύμμαχοι απέναντι στους κατοίκους της Καβάλας, τόσο τους Ρωμιούς όσο και τους μουσουλμάνους. Πολλές εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες, κάτοικοι της πόλης χάθηκαν από πείνα, κακουχίες και επιδημικές ασθένειες.
Η πολεμική επιχείρηση των συνασπισμένων βαλκανικών στρατών αποβαίνει νικηφόρα και η Οθωμανική Αυτοκρατορία εγκαταλείπει τις κτήσεις της. Η Συνθήκη Ειρήνης του Λονδίνου υπογράφεται στις 17 Μαΐου 1913, αλλά αμέσως μετά ξεκινά ο Β΄ Βαλκανικός Πόλεμος, αυτή τη φορά μεταξύ των πρώην συμμάχων.



Ν.Σωτίλης. Διοικητής 7ης Μεραρχίας
ΑΡΧΕΙΟ ΚΑΛΛΑΡΗ

Από τη μια βρίσκεται η Βουλγαρία και απέναντί της η Ελλάδα, η Σερβία, το Μαυροβούνιο και η Ρουμανία. Η Βουλγαρία χάνει τον πόλεμο και η Συνθήκη του Βουκουρεστίου στις 28 Ιουλίου του 1913 αποδίδει και τυπικά την  Καβάλα στην Ελλάδα. Ένα μήνα νωρίτερα,  στις 26 Ιουνίου, ο ελληνικός στόλος απελευθερώνει την πόλη και η 7η Μεραρχία του ελληνικού στρατού μπαίνει και εκδιώκει τους Βουλγάρους.

Η Καβάλα μένει ελεύθερη μέχρι τις 29 Αυγούστου/11 Σεπτεμβρίου 1916, οπότε ανακαταλαμβάνεται από τους Βουλγάρους. Οι Βούλγαροι, σύμμαχοι αυτή τη φορά της Γερμανίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, επιτέθηκαν εναντίον της Ανατολικής Μακεδονίας στα τέλη Αυγούστου και όταν οι ελληνικές δυνάμεις έλαβαν εντολή –στο όνομα της «ουδετερότητας», δηλαδή της μη εναντίωσης στη Γερμανία- να μην εμπλακούν σε σύγκρουση, μπήκαν στην Καβάλα και την κατέλαβαν. 

Το Δ΄ Σώμα Στρατού, που στρατοπέδευσε στην πόλη, αιχμαλωτίστηκε ολόκληρο και μεταφέρθηκε στη Γερμανία. Παρέμεινε εκεί μέχρι το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η δεύτερη βουλγαρική κατοχή, σκληρή και καταστροφική όσο και η πρώτη, συχνά δε περισσότερο από αυτήν, διήρκεσε μέχρι το Σεπτέμβριο του 1918, όταν η Βουλγαρία  συνθηκολόγησε. 

Σημειώνεται εδώ ότι ο Βενιζέλος, που τελικά έβαλε την Ελλάδα στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ (των Αγγλογάλλων) στα 1917, είχε προτείνει τον Ιανουάριο του 1915 –πριν από τον Εθνικό Διχασμό του 1916 και το σχηματισμό δύο κυβερνήσεων, μιας γερμανόφιλης «ουδέτερης» στην Αθήνα και μιας φιλικής προς την Αντάντ στη Θεσσαλονίκη - στο βασιλιά Κωνσταντίνο την παραχώρηση της Καβάλας στη Βουλγαρία, έναντι ανταλλαγμάτων στα μικρασιατικά παράλια και τη δημιουργία προϋποθέσεων για μια «Μεγάλη Ελλάδα». 

Τον Ιούλιο του 1915, όταν μαθεύτηκε στην Καβάλα η είδηση, οι Καβαλιώτες, που δεν μπορούσαν να ξεχάσουν τη βουλγαρική κατοχή, διοργάνωσαν συλλαλητήριο και έστειλαν ψήφισμα διαμαρτυρίας. Βέβαια, πρέπει να επισημανθεί ότι όταν  διοργανώθηκε το συλλαλητήριο, ο Βενιζέλος δεν ήταν πια πρωθυπουργός και οι προτάσεις του προς τον Βασιλέα αφέθηκαν να διαρρεύσουν (κυρίως στην εφημερίδα ΣΚΡΙΠ) από το κυβερνητικό, μανιωδώς φιλοβασιλικό, κυβερνητικό περιβάλλον, το οποίο είχε διαδεχθεί τον Βενιζέλο που είχε εξωθηθεί σε παραίτηση. Το όλο θέμα περιγράφεται από τον Γρηγόριο Δαφνή στην κλασική μελέτη του Η Ελλάς μεταξύ 1910 – 1920 και δεν έχει εξαντληθεί ακόμη ερευνητικά.  

2.         Η πόλη, λίγο πριν την προσφυγιά και αμέσως μετά από αυτήν

Όταν ξεκίνησε να παίζεται η τελευταία πράξη του δράματος που βασίστηκε στη «Μεγάλη Ιδέα» της ενσωμάτωσης των Ελληνορθόδοξων πληθυσμών που βρίσκονταν εκτός των ορίων του νεοελληνικού κράτους, δηλαδή την άνοιξη του 1919, όταν άρχισε η μικρασιατική εκστρατεία, η Καβάλα αριθμούσε περίπου 23.000 κατοίκους. Για να είμαστε απολύτως ακριβείς, οι Καβαλιώτες, χριστιανοί, μουσουλμάνοι και Εβραίοι, ήταν συνολικά 22.939: από αυτούς οι άνδρες ήταν 12.201 και οι γυναίκες 10.738.
Ο Δήμος Καβάλλας (το διπλό λάμδα στην αναγραφή της ονομασίας της πόλης επρόκειτο να διατηρηθεί μέχρι τα 1946) είχε ιδρυθεί με Βασιλικό Διάταγμα το Νοέμβριο του 1918 και ανήκε, όπως όλος ο νομός, στο Νομό Δράμας ως «Υποδιοίκησις Καβάλλας». Σημειώνεται ότι στο παρόν κείμενο χρησιμοποιούμε την απλοποιημένη γραφή, ανεξάρτητα από το σε ποια περίοδο αναφερόμαστε. 
Στα τέλη του καλοκαιριού του 1922, πριν από την τραγική κατάληξη της πολεμικής προσπάθειας που διαδραματιζόταν στα εδάφη της Μικρασίας, η Καβάλα ήταν μια σχεδόν ελληνική πόλη, αν βέβαια μιλάμε για πληθυσμιακά δεδομένα. Για την ακρίβεια, ήταν μια ελληνική πόλη, με κυρίαρχη την παρουσία του χριστιανικού στοιχείου, αλλά με σημαντική εβραϊκή κοινότητα και αρκετούς Αρμένιους. Οι μουσουλμάνοι κάτοικοί της ήταν περίπου 10.000 και ήταν εγκατεστημένοι σε αρκετές συνοικίες: οι περισσότεροι στην περιοχή της Παναγίας και άλλοι στις συνοικίες Χαμιδιέ (Αγίας Βαρβάρας), Τσαϊλάρ (σημερινά Ποταμούδια) κι αλλού. Εδώ, θα αναφερθούμε μόνο στους πρώτους.
Οι άνθρωποι αυτοί θεωρούσαν την Καβάλα πατρίδα τους (και ήταν έτσι, αφού οι περισσότεροι –όπως και οι πρόγονοί τους, μερικές γενιές πίσω- είχαν γεννηθεί εδώ), αλλά ήταν γραφτό τους να τη χάσουν οριστικά.


ΑΡΧΕΙΟ ΚΑΛΛΑΡΗ

Για να καταλάβουμε τι συνέβη πρέπει να εξηγηθεί το τι συνέβη στα τέλη καλοκαιριού του 1922, στις αρχές Σεπτεμβρίου. Η ήττα του ελληνικού στρατού στο μικρασιατικό μέτωπο από τις δυνάμεις του Κεμάλ Ατατούρκ οδήγησε στη φυγή των ελληνορθόδοξων πληθυσμών της Ιωνίας, του Πόντου και της Καππαδοκίας. Οι άνθρωποι αυτοί μετατράπηκαν σε πρόσφυγες, που κατέφυγαν στην Ελλάδα για να σωθούν.
Λίγους μήνες αργότερα, τον Ιανουάριο του 1923, υπογράφτηκε η πρώτη στην παγκόσμια ιστορία συμφωνία ανταλλαγής πληθυσμών, αυτή που ονομάστηκε Σύμβαση της Λοζάνης. Την υπέγραφαν η Ελλάδα και η Τουρκία (ως διάδοχη κατάσταση της πάλαι ποτέ κραταιάς Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) και οι βασικοί της όροι προέβλεπαν την ανταλλαγή των πληθυσμών που ήταν πια ανεπιθύμητοι από τις δύο χώρες. Αυτοί ήταν: από τη μια οι Ελληνορθόδοξοι, από τους οποίους ήθελε να απαλλαγεί η Τουρκία (από όσους είχαν μείνει ακόμη στα εδάφη της, αφού οι περισσότεροι είχαν καταφύγει στην Ελλάδα, όπως αναφέρθηκε) και οι Μουσουλμάνοι, τους οποίους η Ελλάδα  ήθελε να στείλει στην Τουρκία, ώστε να τοποθετήσει τους Μικρασιάτες και Πόντιους πρόσφυγες στα μέρη που θα εκκενώνονταν. 

Από τη μετακίνηση εξαιρέθηκαν οι Ρωμιοί της Πόλης, της Ίμβρου και της Τενέδου και οι Μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης (Ξάνθης και Ροδόπης), τόσο οι Πομάκοι όσο και οι τουρκογενείς.
Έτσι, οι μουσουλμάνοι κάτοικοι της Καβάλας έπρεπε να εγκαταλείψουν την «πατρώα γη» και να μεταναστεύσουν σε έναν τόπο όπου οι ντόπιοι θα μιλούσαν την ίδια γλώσσα μ’ αυτούς, θα πίστευαν στην ίδια θρησκεία, αλλά οι ίδιοι θα ήταν ξένοι, πρόσφυγες. Δεν θα έφευγαν πανικόβλητοι και αφήνοντας πίσω νεκρούς συγγενείς όπως οι Ρωμιοί που έφυγαν από την Τουρκία, αλλά θα ήταν κι αυτοί «ξένοι ανάμεσα σε ξένους».
Με τον τρόπο που περιγράφτηκε ολοκληρώθηκε και τυπικά η φυγή των μουσουλμάνων της Καβάλας από την πόλη και την Ελλάδα, καθώς και η αντίστοιχη των Ελληνορθόδοξων από τις κοιτίδες τους και η δική τους έλευση στη νέα τους πατρίδα, την Ελλάδα και την Καβάλα. Και μόλις πήραν μιαν ανάσα από το φευγιό και μπόρεσαν να πουν «Δόξα τω Θεώ» που σώθηκαν από το θάνατο, έπρεπε να πουν και πάλι «Βοήθα Παναγιά», ώστε να αντεπεξέλθουν στις τεράστιες δυσκολίες που είχαν να αντιμετωπίσουν.
Η Καβάλα του 1922 ήταν μια πόλη με μεγάλες προοπτικές για να βρεθεί απασχόληση για τους πρόσφυγες, και μάλιστα πολλοί επέλεξαν να εγκατασταθούν εδώ, επειδή η φήμη της ως «Μέκκας του Καπνού» ήταν ευρύτατα διαδεδομένη.
Οι συνθήκες που αντιμετώπισαν οι νέοι κάτοικοι της Καβάλας ήταν εξαιρετικά αντίξοες. Παρά την προσπάθεια που καταβλήθηκε, οι πρόσφυγες στοιβάχτηκαν αρχικά όπου υπήρχε διαθέσιμος χώρος: σε καπναποθήκες, σχολεία, άδεια σπίτια, εγκαταλελειμμένα κτίρια και στο ύπαιθρο (στο Κάστρο, σε πλατείες, ακόμη και σε ξέφωτα στις παρυφές της πόλης). Κάποιοι εγκαταστάθηκαν προσωρινά σε σπίτια μαζί με τούς μουσουλμάνους κατοίκους της Καβάλας, στην Παναγία και σε άλλες συνοικίες.


ΑΡΧΕΙΟ Α. ΠΑΠΚΟΣΜΑ





Δεν παρέλειψαν, βέβαια, να συστήσουν σχεδόν αμέσως σωματεία και να προσπαθήσουν και μέσα από αυτά να διεκδικήσουν «μια θέση στον ήλιο». 
Οι ονομασίες των σωματείων ήταν ενδεικτικές της προέλευσης των μελών τους: 
«Παμμικρασιατικός και Βυζαντινός Σύλλογος Προσφύγων Καβάλλας», «Σύλλογος Προσφύγων εξ Ανατολικής Θράκης» κ.α.π.

 Άρχισε, βέβαια, σχεδόν αμέσως από την Επιτροπή Αποκαταστάσεως Προσφύγων, η ανέγερση κατοικιών (σχεδιάστηκαν και χτίστηκαν σπίτια, στα οποία αναλογούσε ένα δωμάτιο σε κάθε οικογένεια, ενώ προβλέπονταν συμπληρωματικοί κοινόχρηστοι χώροι). Πάντως, όπως εύκολα μπορεί να διαπιστώσει όποιος μελετήσει την αρθρογραφία και την ειδησεογραφία της τοπικής εφημερίδας «Κήρυξ» (εκδιδόταν από το 1926 και «σώμα» της σώζεται μέχρι σήμερα στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Καβάλας), μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1920 οι συνθήκες διαμονής και υγιεινής που χαρακτήριζαν την καθημερινότητα των νιόφερτων ήταν σχεδόν τραγικές. Στην Παναγία, μάλιστα, αρκετές δεκάδες οικογενειών εγκαταστάθηκαν στα δωματιάκια του Ιμαρέτ.

Οι πρόσφυγες μπήκαν γρήγορα στην επεξεργασία του καπνού και προσπάθησαν να ορθοποδήσουν. Μετά τη φυγή των μουσουλμάνων από την Καβάλα, άρχισαν να ενοικιάζουν και στη συνέχεια να αγοράζουν τα σπίτια όπου εκείνοι έμεναν και τα οποία είχαν χαρακτηριστεί «ανταλλάξιμα». Μια ματιά στις εφημερίδες της εποχής, όπου δημοσιεύονταν δεκάδες αγγελίες για πώληση ανταλλαξίμων οικιών (το ρόλο του δημοπράτη είχε επωμιστεί η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος) μπορεί να μας διευκολύνει να κατανοήσουμε την ατμόσφαιρα της εποχής.

*Ο Νίκος Ε. Καραγιαννακίδης είναι ιστορικός,
υποψήφιος διδάκτωρ Ιστορίας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο,
nikhistor@gmail.com, blog: nikhistor.blogspot.com



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου