ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΟ

“Οπτικοακουαστικό ντοκουμέντο. Η ιστορία της Ευαγγελίας Κουτσαντώνη – Αϊβάζογλου που έχασε 23 άρρενες συγγενείς στην Μικρασιατική Καταστροφή“.

Σάββατο 2 Νοεμβρίου 2013

Για τα 72 χρόνια από το ολοκαύτωμα των Κρουσίων Κιλκίς



Εκδήλωση με αφορμή τη συμπλήρωση 72 χρόνων από την καταστροφή των ορεινών χωριών των Κρουσίων (Αμπελόφυτο, Κυδωνιά, Κλειστό) διοργανώνεται την Κυριακή 3 Νοεμβρίου 2013 , 10.30 π.μ. στην θεατρική αίθουσα" Μελίνα Μερκούρη" (Δημαρχιακό Μέγαρο Αγίου Δημητρίου Αττικής) από τον Δήμο Αγίου Δημητρίου, την Ένωση Ποντίων "Μαύρη Θάλασσα" και το Σύλλογο Κιλκισιωτών Αθήνας..


Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2013

Η ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΘΗΚΕ ΔΕΝ ΠΑΡΑΔΟΘΗΚΕ ...

ΑΠΟ ΤΟ BLOG ΤΟΥ Α.ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΥ

Στον τόπο αυτό που λέγεται Ελλάδα, η αλήθεια πολλές φορές ενοχλεί και δεν αναδεικνύεται ιδιαίτερα στη λεγόμενη «σύγχρονη» εποχή της , σαφής απόδειξη και αυτό της γενικότερης παρακμής που διακατέχει τα πάντα στον τόπο μας. Και η Ιστορία μας είναι το μεγάλο θύμα αυτής της –δήθεν προοδευτικής- νοοτροπίας καθώς ανυπεράσπιστη όπως είναι γίνεται συχνά αντικείμενο αμφισβήτησης και χλευασμού από ανθρώπους που ίσως δεν την γνώρισαν ποτέ αλλά διαμόρφωσαν γνώμη και άποψη από διαδόσεις και σχόλια του καφενείου…


Μια χαρακτηριστική και κραυγαλέα περίπτωση είναι ο εξωφρενικός ισχυρισμός που διατυπώθηκε, μάλιστα από πρόσωπο που κατέχει υψηλή θέση στην πόλη, ότι η Θεσσαλονίκη δεν απελευθερώθηκε αλλά παραδόθηκε από τους Τούρκους στον ελληνικό στρατό αμαχητί… Κατά την αντίληψή του θα έπρεπε να είχαν υπάρξει πολεμικές συγκρούσεις μέσα στην πόλη , στην … πλατεία Αριστοτέλους ή πέριξ του Λευκού Πύργου, για να ειπωθεί πως η Θεσσαλονίκη … απελευθερώθηκε και δεν παραδόθηκε .
Το ότι διεξήχθη στις 19 Οκτωβρίου 1912, στα Γιαννιτσά , λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη, η πιο σκληρή μάχη του Α΄Βαλκανικού Πολέμου χάρη στη νικηφόρα έκβαση της οποίας μπόρεσε ο ελληνικός στρατός να μπει στην πόλη, δεν μετράει, ούτε λαμβάνεται υπόψη… 

 Στη φοβερή όμως εκείνη μάχη και ύστερα από διήμερο σκληρό αγώνα κάτω από άσχημες καιρικές συνθήκες , με τίμημα 188 νεκρούς και 973 τραυματίες ΄Ελληνες μαχητές, δημιουργήθηκαν οι προϋποθέσεις της εισόδου του ελληνικού στρατού στην πόλη της Θεσσαλονίκης λίγες ημέρες αργότερα… Και είναι περισσότερο από βέβαιο πως αν αυτό δεν συνέβαινε, ο Τούρκος στρατιωτικός διοικητής της Θεσσαλονίκης Χασάν Ταξίν πασάς , όσο «φιλέλληνας» κι΄αν ήταν, δεν επρόκειτο να παραδώσει την πόλη στους ΄Ελληνες όπως αναγκάστηκε να κάνει στις 12 το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου 1912…

Παρασκευή 4 Οκτωβρίου 2013

Σεμινάριο Σύγχρονης Ιστορίας 2013-2014 στο ΄΄Ελεύθερο Πανεπιστήμιο΄΄ του Δήμου Κηφισιάς


Ξεκινά από σήμερα 4 Οκτωβρίου ο κύκλος ιστορικών σεμιναρίων που διοργανώνει για  6η συνεχή χρονιά το «Ελεύθερο Πανεπιστήμιο» του Δήμου Κηφισιάς, με έγκριτους καθηγητές, ερευνητές και ιστορικούς να παρουσιάζουν και να αναλύουν άγνωστες πτυχές της Ελληνικής Ιστορίας.
Την ευθύνη του προγράμματος έχει ο ιστορικός Βλάσης Αγτζίδης

Στον Β κύκλο θα παρουσιαστούν αδημοσίευτα ντοκουμέντα από το ''ΑΡΧΕΙΟ ΚΑΛΛΑΡΗ΄΄ που αφορούν: Στη σκοτεινή περίοδο του Διχασμού μέχρι και τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο. την άνθηση και δράση της αριστεράς την εποχή του Μεσοπολέμου, τα Δεκεμβριανά, τον εμφύλιο, τη Χούντα των Συνταγματαρχών και την μεταπολίτευση του 1974.

Ν.Μ

ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ Α ΚΥΚΛΟΥ
(έως το τέλος του 2013) 

-4 Οκτωβρίου 2013: Έναρξη σεμιναρίου. Εισήγηση του ιστορικού Άλκη Ρήγου με θέμα: «Η συμβολή των προσφύγων στην Ελλάδα μετα την Μικρασιατική Καταστροφή»

 -18 Οκτωβρίου: Ίρις Τζαχίλη, ιστορικός, «Μια μικρασιατική σελίδα: Θείρα-Οδεμήσιο-Βαϊνδίρι, η ιστορική  πορεία των ελληνικών κοινοτήτων της κοιλάδας του Καϊστρου»

-1Νοεμβρίου: Hervé Georgelin, ιστορικός, «Ιστοριογραφικοί στοχασμοί για την παρουσία του ελληνικού κράτους στη Μικρά Ασία 1919-1922 (Ο ρόλος του Υπάτου Αρμοστή, Αριστείδη Στεργιάδη)»

-15 Noεμβρίου: Σταμάτης Γεωργούλης, νομικός-πολιτικός επιστήμων, διδάκτωρ νομικής σχολής παν/μίου Paris XI, «Η Συνθήκη των Μουδανιών, η παράδοση της Ανατολικής Θράκης στους Κεμαλικούς και η Έξοδος των χριστιανικών πληθυσμών»

 -29 Νοεμβρίου: Λυδία Τζουχά, «Οι σταλινικές διώξεις κατά των Ελλήνων της Σοβιετικής Ένωσης μέσα από το έργο του Ivan Tzouha»

 -13 Δεκεμβρίου: Βλάσης Αγτζίδης, «Η περίπτωση Τυρίμου: μεταξύ σταλινικών διώξεων και φασιστικής δικτατορίας Μεταξά. Μια εντυπωσιακή ιστορία από το Μεσοπόλεμο» 




Τα σεμινάρια πραγματοποιούνται στην  «Έπαυλη Δροσίνη»-Βιβλιοθήκη Δήμου Κηφισιάς,
Αγ. Θεοδώρων & Κυριακού.

Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2013

Η καταστροφή της Σμύρνης μέσα από το Ημερολόγιο του Κ. Φαλτάϊτς-Σε πρώτη δημοσίευση από το ΑΡΧΕΙΟ ΚΑΛΛΑΡΗ

ΦΑΚΕΛΟΣ ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ

Σε συνεργασία με το Μουσείο και την οικογένεια ΦΑΛΤΑΙΣ -σε πρώτη δημοσίευση από το ΄΄ΑΡΧΕΙΟ ΚΑΛΛΑΡΗ΄΄ κοινοποιούμε αποσπάσματα από το ανέκδοτο ημερολόγιο του πολεμικού ανταποκριτή, διόπα στο θωρηκτό Αβέρωφ και συγγραφέα Κωνσταντίνου Φαλτάϊτς 
Σε ένθεση φωτογραφίες από τα αντίστοιχα χειρόγραφα.

Η μεταγραφή των χειρογράφων του Κ. Φαλτάϊτς έχει γίνει από την Αναστασία Φαλτάϊτς και τον Αείμνηστο Μάνο Φαλταϊτς Τα πρωτότυπα και όλο το ανέκδοτο υλικό βρίσκονται στο Μουσείο Μάνου και Αναστασίας Φαλτάϊτς στην Σκύρο. Το δημοσίευμα επιμελήθηκε η εγγονή του Άννα.


Ν.Μποζίνη

ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

(Από την ΑΝΝΑ ΦΑΛΤΑΙΤΣ)

Επτά ημέρες μετά την αποχώρηση του τελευταίου ελληνικού στρατιωτικού τμήματος από την Μικρά Ασία (24 Αυγούστου 1922 με το παλαιό ημερολόγιο) και μετά την είσοδο του τουρκικού στρατού, του Μουσταφά Κεμάλ και των ατάκτων του, άρχισε η καταστροφή της Σμύρνης.

Στο ημερολόγιό του, ο Κώστας Φαλτάϊτς μας περιγράφει την άφιξη του αμερικανικού πολεμικού πλοίου Simpson, που μετέφερε το μήνυμα της καταστροφής, αλλά και την εικόνα αδιαφορίας στην Αθήνα για τα όσα συμβαίνουν στην Σμύρνη.

 Η καταστροφή της Σμύρνης

1 Σεπτεμβρίου (1922)

Ένα αμερικανικόν πολεμικόν « Το Σίμψων» έφερε το μήνυμα της μεγάλης συμφοράς.
Όλη η Σμύρνη σφαγιάζεται και καίεται. Ό,τι είχα προβλέψει γίνεται με τον πιο φρικιαστικό πιο απίστευτον ακόμη τρόπον.
Ένας από τους σωθέντας εις το πλοίον, ο Σλαύος Τρίβουλιτς, μου λέγει:
-Αυτή τη στιγμή θα είναι στην Σμύρνη περισσότερα από 30.000 πτώματα χριστιανών. Όλη η Σμύρνη καίεται. Οι Τούρκοι βάζουν φωτιά παντού. Από την πούντα ως το Διοικητήριο και επάνω όλα είναι  μια φλόγα όλα τα προάστια σφάζονται, και ο κόσμος όλος είναι συγκεντρωμένος στην παραλία και χτυπιούνται από τους τούρκους.

Δημοσίευμα της αμερικανικής εφημερίδας "The Evening World" με ημερομηνία 16 Σεπτεμβρίου 1922 που αναφέρεται στην καταστροφή της Σμύρνης. Στην κεντρική φωτογραφία φαίνεται το αμερικανικό πολεμικό Simpson


-Και δεν προστατεύουν τους Χριστιανούς τα χριστιανικά πλοία των Δυνάμεων;
-Ποιος να τους προστατεύση;  Δεν χτυπά κανένα πλοίο. Μόνον οι Αμερικανοί έρριψαν μερικάς βολάς με μιδραλλιοβόλο κατά την πούντα και όλοι οι τούρκοι που έσφαζαν εσκορπίσθησαν αμέσως.
Ο Σλαύος αυτός βλέπει τον Πειραιά σε όλη του την κίνηση και τη ζωή, και μου φωνάζει.
-Μα δεν λυπάσθε σεις, δεν ξεύρετε ότι την στιγμή αυτή σφάζονται όλα τα αδέλφια σας;
Πώς να δικαιολογήσω την τόσην αδιαφορίαν μας, του είπα:
-Ο κόσμος δεν έμαθαν ακόμη τίποτα.
-Αν είχαν ενδιαφέρον, μου λέγει ο Σλαύος αυτός, θα τάξεραν όλα χωρίς να τα μάθη.

Η ιδέα ότι ο ανθρώπινος πόνος είναι ο μεγαλύτερος προφήτης μου έχει γίνει πιά αληθινή πεποίθησις. Τάχα οι προφήται των Εβραίων που έβλεπαν την αδιαφορίαν του λαού αυτού σε κάθε ηθικό και εσηκώθησαν να αντιδράσουν γιατί πονούσαν τους ανθρώπους αυτούς, δεν μπορούμε έτσι να καταλάβωμε γιατί ήσαν προφήται.

Το άγγελμα της μεγάλης σφαγής διαδίδεται τώρα τας πρώτας βραδυνάς ώρας στας Αθήνας από το ένα στόμα στο άλλο, αλλά κανένας δεν πιστεύει, γιατί κανένας δεν αισθάνεται.
-Δεν είναι έτσι, αδερφέ, μου λέγει, στην « Αργολίδα» το καφενείο ο Ζαχαρίας ο Παπαντωνίου, παρά πάνω από 1000-1500 ανθρώπους δεν θα έχουν σφαγή. Μην ακούτε στας υπερβολάς αυτών που έρχονται τρομαγμένοι.
Του λέγω:
-Είμαι βέβαιος πως θα είναι το κακό πολύ μεγαλύτερο. Στα μικρά πράγματα η διάδοσις και η φαντασία οργιάζει, όταν όμως μια συμφορά είναι μεγάλη φαίνεται ότι δεν μπορεί να σχηματίσει όλο της τον κύκλο, και η διάδοσις είναι πάντοτε πολύ πιο κάτω από την πραγματικότητα.
Φέρνω το μήνυμα της καταστροφής στον Λαχανοκάρδη. Δεν πιστεύει και μου κάνει λεπτομερή εξέτασιν πώς και από πού τα έμαθα όλα, ενώ εγώ του έλεγα ότι πρέπει να βγούμε αύριο με μεγάλο πένθιμο περιθώριο, αλλά δεν μπορώ να τον πείσω.
-Όλο υπερβολικός, μου λέγει, είσαι συ, όλο υπερβολικός.
Η αγανάκτησις που με κατείχεν εναντίον του ανθρώπου αυτού, που αν ήθελε να μπή στον δικό μου πόνο από τόσας ημέρας αν με άφηνε να γράψω εκείνα τα οποία και για την Ερυθραία και για τας σφαγάς ήξευρα που θα εγίνοντο, ξέσπασε και έφυγα λέγοντας ότι δεν μπορώ να μείνω πιά σε μια τέτοια εφημερίδα έφυγα θυμωμένος χωρίς να με νοιάζει πιά για τίποτα.
Επήγα και πάλι στον κ. Μπούσιον το βράδυ και του είπα να διατάξη η Κυβέρνησις αντίποινα εις την Μακεδονίαν και την Θράκην. Μου είπε με αδιαφορίαν:
-Δεν μπορούμε να κάνωμε τίποτα, είπε. Δεν μπορούμε να πούμε ότι θα κάνωμε κάτι που δεν θα το κάνωμε.


Η αδιαφορία και το φλέγμα του ανθρώπου αυτού με εξόργιζε. Τι είδους άνθρωπος λοιπόν, είναι αυτός να μην εννοή ότι με την θέρμανσιν του ανθρωπίνου αισθήματος μπορεί να ενεργήση  και να σώση κάτι κανείς.
Τα θέατρα σήμερα την νύχτα είναι πάλι ανοιχτά και παίζουν. Ο κόσμος στο θέατρο της Κυβέλης όπου παίζουν την «Κίτσα σίμυ» (;) γελά και η μουσική χτυπά εύθυμα τραγουδάκια.
Μπήκα μέσα να δω την ψυχαγωγία του κόσμου και έφυγα αηδιασμένος.


Είναι, λοιπόν και αι Αθήναι η άτιμη και πουλημένη πόλις που προορίζεται να καταστραφή με τη σειρά της και αυτή αφού δεν αισθάνθηκε την συγκίνηση της καταστροφής της μεγαλυτέρας ύστερα από αυτήν ελληνικής πόλεως και την σφαγήν και καταστροφήν όλου του ελληνισμού της Μικράς Ασίας.

Η αηδία μου ήταν περισσότερον από μεγάλη και μου ήρχετο διάθεσις  να κάνω εμετόν.
...

Η Σμύρνη λοιπόν σφάζεται και καίεται όλη. Πεντακόσιαι χιλιάδες Χριστιανοί σφάζονται ή θα σφαγούν.
Θυμήθηκα τα λόγια του Τρίβουλιτς:
- Υπάρχει κανένας τρόπος να σωθούν αυτοί οι άνθρωποι, τον είχα ρωτήσει.

-Για μένα, είπεν, όλοι οι Χριστιανοί είναι χαμένοι.

Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013

Η μαρτυρία που διέσωσε ο Κ. Φαλτάϊτς από τη σφαγή 5000 Ελλήνων της Νικομήδειας το 1921-Β ΜΕΡΟΣ

ΦΑΚΕΛΟΣ ΜΙΚΡΑ ΑΣΙΑ

(Της Άννας Φαλτάϊτς )

Στα ρεπορτάζ του από την Νικομήδεια, ο Κώστας Φαλτάϊτς έδωσε αρκετές φορές ανατριχιστικότατες λεπτομέρειες από τις μεθόδους «εκκαθάρισης» που χρησιμοποιούσαν τα κεμαλικά στρατεύματα κατά των χριστιανικών πληθυσμών, μεταφέροντας πάντα μαρτυρίες επιζησάντων. Η μαρτυρία που ακολουθεί, συμπεριλαμβάνεται και στο βιβλίο «Αυτοί είναι οι Τούρκοι».



ΤΟ Β ΜΕΡΟΣ:

"ΔΡΑΜΑ ΕΙΣ ΚΑΤΑΒΟΘΡΑΝ

Μέσα εις καταβόθραν είμεθα μισολυποθυμημένοι από την βρώμα και ευρισκόμεθα σαν μεθυσμένοι. Είχα στην αγκαλιά μου το μωρό μου που άρχισε να κλαίη και αι άλλαι γυναίκες είπαν·

-Θα μας προδώση με της φωνές του.
Τότε μια γυναίκα, η Αθηνά Χατζή επήρε το παιδάκι μου από την αγκαλιά μου, το έσφιξε πολύ-πολύ στο λαιμό του, το έπνιξε και μου το έδωσε ύστερα στα χέρια μου νεκρό.
Οι Τσέτες ήρθαν επάνω από την καταβόθρα, ελέρωσαν επάνω μας και είπαν·
-Απόπατοι είνε εδώ, δεν θα είνε κανένας μέσα.
Εμείναμε πέντε ημέρες και πέντε νύκτες εκεί χωρίς να φάμε, χωρίς να πιούμε, χωρός ο ύπνος να σφαλίση το μάτι μας, είχα το νεκρό παιδί στην αγκαλιά μου και έβλεπα τα σκουλίκια που άρχισαν να του τρώγουν τα ματάκια του. Ένα μούδιασμα ήταν όλο το κορμί μου που ήμουν έτσι όλο αυτό τον καιρό κουβαριασμένη και τα μάτια μου είχαν φουσκώσει και είχαν πρισθή.
Ελέγαμε·Θεέ μου εσύ που μας έδωσες την ψυχή εσύ να μας την πάρης, μη μας αφήσης να μας την πάρουν αυτοί, και περιμέναμε την Ελλάδα να έλθη να μας σώση.


Πέντε ημέρες και πέντε νύκτες ακούαμε τας φωνάς και το κλάμα των σφαζομένων και τα τραγούδια και της βραστήμιες αυτών που έσφαζαν.
Έπειτα ηκούσαμε πάλι τον κήρυκα που εφώναζε·
-Να βγουν όλοι οι κρυμμένοι Χριστιανοί έξω, γιατί άλλη σφαγή δεν έχει πιά.
Δεν επιστεύσαμε εις τον κήρυκα μα όλοι είπαμε πως καλλίτερα ήταν να μας σκοτώσουν παρά να βαστάξη πιο πού αυτό το μαρτύριο.
Βγήκαμε έξω και τραβήξαμε στα σπίτια μας.
Ήσαν όλα άδεια και δεν είχε μείνει μέσα τίποτε. Και το χωριό μας είχεν αδειάσει από τον κόσμο γιατί από τους πέντε χιλιάδες ανθρώπους δεν είχαν μείνει περισσότεροι από 40-50 ζωντανοί. Εμάθαμε πως όλα τα κορίτσια της Λεύκας τα είχαν ατιμάσει πρώτα και ύστερα τα έσφαξαν.

 ΚΟΛΑΣΙΣ ΕΙΣ ΤΑ ΒΟΥΝΑ

Αφού είχε τελειώσει η σφαγή του χωριού ανέβηκαν οι Τσέτες τα βουνά με σκυλλιά και έσφαζαν όλο τον κόσμο που είχε καταφύγει εκεί. Όσους εύρισκαν τους έκοβαν τα πόδια, τους έβγαζαν το ένα μάτι και τους άφηναν έτσι εκεί, και επί μερόνυχτα αι φωναί των εξέσχιζαν τον αέρα ως που να έβγαινεν η ψυχή των.
Ενός Χαράλαμπου Σεβαστού που τον είχαν εύρει στο βουνό με τα τρία του κορίτσια την Σοφία, την Ελένη και την Μαρίκα του έκοψαν τα δυο του πόδια ως το γόνατο, του έβγαλαν το ένα μάτι, του έβαλαν τα κορίτσια του στην αγκαλιά του και επήραν έτσι το κεφάλι των.
Ύστερα πάλι ξαναβγήκαν οι Τούρκοι στο βουνό και όσους εζούσαν ακόμη από αυτούς που τους είχαν κόψει τα χέρια και τα πόδια τους έκοψαν και τους έκαναν όλο κομμάτια-κομμάτια.
Τους άλλους τους 40-50 ανθρώπους που είχαν απομείνει ζωντανοί και επήγαν σπίτια των, έβγαιναν πάλιν οι Τούρκοι εδιάλεγαν αν υπήρχε καμμιά νέα και ωραία γυναίκαι και την έπαιρναν δια ιδικήν των.
Μόλις είδα πως θα με έπαιρναν οι Τούρκοι είπα του άνδρα μου.
-Κρύψε με σ’ ένα λάκκο να γλυτώσω από τα χέρια των.


ΘΑΜΕΝΗ ΖΩΝΤΑΝΗ

Ο άνδρας μου έσκαψεν ένα μεγάλο λάκκο στο υπόγειο του σπιτιού μας και με έβαλε μέσα. Από τον λάκκο μέσα άκουσα τη φωνή ενός Τσέτη που έλεγε του ανδρός μου·
-Φανέρωσε τη γυναίκα σου.
-Εγώ γυναίκα δεν έχω μου τη σκοτώσατε, είπεν ο άνδρας μου.
-Την ξέρω εγώ τη γυναίκα σου. Γύρισα όλα τα πτώματα και δεν την είδα. Η ώρα οκτώ αν δεν την έχης να μου την παραδώσης θα σε σφάξω.
Όταν έφυγεν ο Τούρκος και κατέβηκε στο υπόγειο ο άνδρας μου τον αγκάλιασα και του είπα·
-Πάρε μου το κεφάλι μόνο μη με δίνης σ’ αυτόν.
-Μην κλαις είπεν ο άνδρας μου, την ώρα που θάρθη να σε πάρη σε σκοτώνων σένα και ύστερα σκοτώνομαι και εγώ.
Ο Τσέτης αυτός ελέγετο Αλή Τσαούς και εγύριζε και εμάζευε για τον εαυτό του όσες νέες γυναίκες είχαν σωθή. Το έμαθεν ο Τζεμάλ που έμενε σ’ ένα χωριό το Αράπ-Οστού, μισήν ώρα μακρυά από τις Λεύκες, του εμήνυσε την ίδια ημέρα και του είπε·
-Εσύ δεν πηγαίνεις στον πόλεμο, μόνο μαζεύεις όλα τα κορίτσια και γλεντάς. Και τον εκρέμασε.
Ο Τζεμάλ βέης επήρε και ένα άλλο κορίτσι που είχεν ο Αλή Τσαούς. Την εκράτησε μια βδομάδα να την έχη μαζύ του και ύστερα την εσκότωσε.
Μόλις παρουσιάσθησαν οι ολίγοι που εσώθησαν έξω, οι Τούρκοι έπιασαν τους άνδρας εικοσιπέντε σχεδόν τον αριθμό, τους έδεσαν και τους έστειλαν εξορία εις την Άγκυρα, στο Σιβρί-Σαριάν, στο Μπέϊν Ταγάρ. Όταν έφευγεν ο άνδρας μου εξόριστος, μου είπε·
-Σ’ αφήνω τώρα στο Θεό. Παρακάλα τον, να πεθάνης γλήγορα και να τελειώσουν τα βάσανά σου.


ΠΩΣ ΕΣΩΘΗΝ

Έμεινα περισσότερο από δυο μήνες κρυμμένη στο λάκκο, στο θεμέλιο του σπιτιού μου. Και μια γρηά μου έφερνε κρυφά ψωμί και νερό και ζούσα. Εις όλο αυτό το διάστημα οι τούρκοι διασκέδαζαν με όργανα, και κάθε βράδυ είχαν γλέντι και ετραγουδούσαν. Μια Παρασκευή του Σαρανταημέρου βγήκεν ένας τελάλης και εφώναξε·
-Να φύγη όλος ο κόσμος και έρχονται οι Έλληνες (Ήτο η πρώτη προέλασις του Ελληνικού στρατού προς το Εσκή Σεχήρ).

Εβγήκα έξω από τον λάκκο μου και είδα τους Τούρκους, άνδρες, γυναίκες, παιδιά, να φεύγουν φορτωμένοι αυτοί και τα ζώα των με τα πράγματά μας, και να φωνάζουν.
Όταν άδειασεν όλη η Λεύκα από τους Τούρκους, εβγήκα και εγώ έξω και ετράβηξα κατά το δρόμο του Μπιλεζίκ…
Περιπάτησα δυο ημερόνυχτα και έφθασα εις το Μπιλεζίκ που το είχε καταλάβει ο ελληνικός στρατός. Αγκάλιασα τους στρατιώτας μας και τους εφιλούσα. Όλοι ήσαν συγκινημένοι και δεν εκρατούσαν τα δάκρυά των. Έπειτα όταν ο Ελληνικός στρατός εγύρισε στην Προύσσα, έφυγα μαζύ του και τώρα βρίσκομαι ύστερα από άλλες ακόμη περιπέτειες πρόσφυξ εις το Αδά-Παζάρ εδώ.

ΟΝΕΙΡΟΝ ΚΟΛΑΣΕΩΣ

Εδώ τελειώνει η διήγησις την οποίαν εφρόντισαν να κρατήσω κατά λέξιν της Ελένης Βαφειάδου.
Είνε όνειρον, είνε παραμύθι, είνε φαντασιοπληξία, αναφέρεται εις κάποιαν μακρυσμένην μεσαιωνικήν εποχήν;
-Όχι, είνε ισχνή και περιληπτική, περιληπτικωτάτη η πραγματικότης.

Και η ιστορία της Ελένης Βαφειάδου, η ιστορία της σφαγής των Λευκών, δεν είνε η μόνη. Από τους σωθέντας Έλληανς του Καρασού, του φουλαζίκ, των Φουντουκλιών, του Κονζέ, του Νεοχωρίου, του Καρά-Τεπέ, της Χιλής, του Ορτάκιοϊ, του Γκέιβε, του Χέντεκ, του Μπόλο, του Εσμέ, από τους σωθέντας Έλληνας τόσων ακόμη περιφερειών και χωρίων της Νικομηδείας συνέλεξα πληροφορίες και αφηγήσεις της Τουρκικής θηριωδίας, ομοίας της οποίας δεν είδεν ουδείς αιών, ουδεμία εποχή, περισσότερον ακόμη ανατριχιαστικάς, περισσότερον φρικιαστικάς και απιστεύτους από την ιστορνίαν της Ελένης Βαφειάδου.

Συλλέγοντας τας πληροφορίας αυτάς και ακούοντες τας αφηγήσει από το στόμα των ιδίων των παθόντων, οι οποίοι ελησμόνησαν βεβαίως πολλάς λεπτομερείας, αφού παρήλθον πολλοί μήνες, και έτος ακόμη, από της εποχής που έγιναν αι σφαγαί εις την δύσμοιρον αυτήν περιφέρειαν, σταματάτε από συγκίνησιν και αγανάκτησιν, φράσσετε τα αφτιά σας δια να μην ακούετε πλέον, αισθάνεσθε την καρδιά σας να λιγοστεύη και την φωνήν σας να κόπτεται. 

Η φρικαλεότης των διαπραχεθισών σφαγών εκ μέρους των Τούρκων, αξιωματικών, στρατιωτών, ανταρτών και χωρικών είνε τοιάυτη, ώστε αν το έν εκατοστόν αυτών εφρόντιζεν η Εκκλησία μας και η κυβέρνησις να γνωρίση δια καταλλήλων δημοσιευμάτων της εις τους λαούς της Ευρώπης και της Αμερικής, θα εξηγείρετο βεβαίως όλη η συνείδησις του πεπολιτισμένου κόσμου κατά της Τουρκίας και ζήτημα δημιουργίας σήμερον κοινής γνώμης ολοκλήρου του κόσμου εναντίον της βεβαίως δεν θα υφίστατο.

Η ΕΥΘΥΝΗ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΩΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΩΝ

Απέναντι του στοιχειωδώς αναγκαίου και δια την εθνικήν μας υπόθεσιν και δια την ιστορίαν καθήκοντος, το οποίον είχομεν να κάμωμεν ημείς, τι ενηργήσαμεν;
Η απάντησις είνε γνωστή. «Απολύτως, εγκληματικώς, απολύτως τίποτε».

Η πριν και η ήδη Ελληνική κυβέρνησις αγνοούν και τα ονόματα ακόμη πολλών σφαγιασθέντων Ελληνικών χωρίων. Το εν Αθήναις τότε υπάρχον και δια γενναίων κονδυλίων εκ μέρους του Κράτους συντηρούμενον γραφείον των προσφύγων περί άλλα ζητήματα ησχολείτο, τα πατριαρχεία εξέδοσαν μιαν ανόητον μαύρην βίβλον ουδέν απολύτως λέγουσαν, ουδένα συγκινούσαν και η ενταύθα Μητρόπολις κατεσκεύασεν έπειτα από πολύμηνον κυοφορίαν μιαν δεκαπεντασέλιδον περίπου γραφομηχανημένη έκθεση, αναφέρουσα τα γεγονότα της καταστροφής και σφαγιασμού τριανταπέντε Ελληνικών κωμοπόλεων, πόλεων και χωρίων της περιφέρειας Νικομηδείας, έθεσιν –της οποίας σας αποστέλλω προσεχώς αντίτυπον- ισχνοτάτην, ψυχράν, ελλειπεστάτην, ανακριβεστάτην ακόμη και παρουσιάζουσα τα γεγονότα της φρικτής σφαγής, της καταστροφής και της πυρπολήσεως μηδαμινά, ατελέστατα, εκατοντάκις εις αριθμούς και εις ποιόν κατώτερα της πραγματικότητος. Η έκθεσης αυτή εδόθη μάλιστα εις την Διασυμμαχικήν Επιτροπήν, η οποία ήλθε προ ολίγων ημερών κατόπιν εισηγήσεως, ως γνωστόν, της Τουρκίας, να εξετάση τα γενόμενα εγκλήματα (;) υπό του Ελληνικού στρατού, κατά των τουρκικών πληθυσμών, και αίσχος, συνεγράφη τοιαύτη δια τον μέγαν τούτον και ιερόν σκοπόν.

ΠΤΩΧΑ ΑΓΓΕΛΟΥΔΙΑ

Δια να λάβετε μιαν ακόμη ιδέαν της εκτάσεως και της φρικαλεότητος των γενομένων σφαγών, σας αποστέλλω κατάλογον των φονευθέντων νηπίων υπό των ιδίων των γονέων, εις μόνον μικρόν χωρίον Καραπελίτ, κατάλογον τον οποίον συνεκέντρωσα από τους ίδιους τους δυστυχείς φονείς γονείς. Τα νήπια αυτά εφονεύθησαν από τοςυ γονείς των, δια να μην ανακαλυφθώσιν αυτοί και οι άλλοι οι καταφυγόντες εις τα όρη από τας φωνάς των λιμωκτόντων μωρών.

Ιωάννης Σταύρου 1, Ιωάννης Ευθυμίου 1, Σάββας Τζουλτζίδηες 1, Ηλίας Αθανασίου 2, Κυριακή Τζουλδίδη 1, Γεώργιος Χαραλάμπου 4, Παύλος Τζουλέζης 4, Ιωάννης Αθανασίου 4, Φίλιος Εμμανουήλ 4, Κωνσταντίνος Παναγιώτου 4, Γιώργος Ιωάννου 4, Γεώργιος Τζουλδίδηες 4.
Το σύνολον όμως των φονευθέντων υπό των ιδίων των γονέων δια τον αυτόν λόγον, ή δια να σώσωσιν αυτά από την πείναν, νηπίων και παιδιών ακόμη μέχρις επτά και οκτώ ετών ανέρχεται δ’ όλην την περιφέρειαν Νικομηδείας εις πολλάς εκατοντάδας.

Κ.ΦΑΛΤΑΪΤΣ"


Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2013

Η μαρτυρία που διέσωσε ο Κ. Φαλτάϊτς από τη σφαγή 5000 Ελλήνων της Νικομήδειας το 1921-Α ΜΕΡΟΣ


(Από την Άννα Φαλταϊτς)

Στα ρεπορτάζ του από την Νικομήδεια, ο Κώστας Φαλτάϊτς έδωσε αρκετές φορές ανατριχιστικότατες λεπτομέρειες από τις μεθόδους «εκκαθάρισης» που χρησιμοποιούσαν τα κεμαλικά στρατεύματα κατά των χριστιανικών πληθυσμών, μεταφέροντας πάντα μαρτυρίες επιζησάντων. Η μαρτυρία που ακολουθεί, συμπεριλαμβάνεται και στο βιβλίο «Αυτοί είναι οι Τούρκοι».

Εμπρός, Πέμπτη 3 Ιουνίου 1921
Το «Εμπρός» εις το μέτωπον
Η φρικωδεστέρα ελληνική τραγωδία
Η τουρκική θηριωδία εις τον κολοφώνα της
Πως εξοντώθησαν 5000 Έλληνες
Η σπαρακτική διήγησις της μόνης σωθείσης
Σκηναί απεριγράπτου φρίκης, τρόμου, αίματος
Του πολεμικού απεσταλμένου του «Εμπρός»


ΑΔΑ ΠΑΖΑΡ, Μάΐος. Ας αποκαλυφθούν όλοι οι μεγάλοι σφαγιασταί των αιώνων και όλαι αι μεγάλαι σφαγαί της ιστορίας προ των σφαγιαστών και πρό των σφαγών των Λευκών της Νικαίας.
Η καταστροφή της ελληνικωτάτης και πλουσιωτάτης αυτής κωμοπόλεως, ευρισκομένης παρά την σφαγιασθείσαν επίσης Νίκαιαν, ήρχισεν από του Ιουνίου του 1920 και εξηκολούθησε μέχρι του Σεπτεμβρίου του ιδίου έτους και πέραν ίσως, αλλ’ όπως συνέβη και με τας άλλας κατακρεουργηθείσας Ελληνικάς περιφερείας και Ελληνικά χωρία, ουδεμία σοβαρά έκθεσις των Πατριαρχείων ή της Ελληνικής Κυβερνήσεως εδημοσιεύθη σχετικώς με την σφαγήν των Λευκών, δίδουσα και την ελάχιστην έστω εικόνα του συντελεσθέντος υπό των Τούρκων εγκλήματος, και ουδεμία επίσημος επιτροπή ή επίσημον άτομον εφρόντισε να συλλέξη και τα ελάχιστα έστω στοιχεία, τα οποία θα έδινον την αναπαράστασιν της συμφοράς.

Η ΑΝΕΚΔΙΗΓΗΤΟΣ ΔΙΗΓΗΣΙΣ

Από τα ελάχιστα άτομα τα οποία κατώρθωσαν να σωθούν από τον πληθυσμόν των πέντε χιλιάδων περίπου Ελλήνων, οι οποίοι κατώκουν εις τας Λεύκας, η Ελένη Βαφειάδου, νέα και ωραία σύζυγος του εκ Λευκών πλουσίου προκρίτου Βενέδικτου Βαφειάδου, συρθέντος υπό των Κεμαλικών εις τα ενδότερα της Μικράς Ασίας, ευρίσκεται σήμερον πρόσφυξ εις το Αδά-Παζάρ και ως εξής μας αφηγείται τα της ανηκούστου εκείνης συμφοράς·

-Την παραμονήν των Αγίων Αποστόλων του 1920 ήλθαν πεντακόσιοι Τσέτες υπό την αρχηγίαν του Τούρκου αξιωματικού Τζεμάλ –του ιδίου αυτού, ο οποίος έκαμε τας σφαγάς της Νικαίας και επάτησαν την πατρίδα μας. Οι κάτοικοι που είχαν αντιληφθή τους Τσέτες, επήραν τα βουνά δια να γλυτώσουν από αυτούς. Εγώ με τον άνδρα μου και το μωρό μας, εμείναμε σπίτι, γιατί δεν ήτο δυνατόν να πάρωμε το παιδί μας στα βουνά. Τότε οι Κεμαλικοί ήρχισαν να μαζεύουν με σκυλλιά από τα βουνά τον κόσμο και να τον φέρνουν εις ένα ανοικτό τόπο, απέναντι της οικίας μας, και ήρχισαν να μαζεύουν και τους άνδρας που είχαν μείνει στο χωριό και να τους κλείουν εις ένα μεγάλο σπίτι. Ο τόπος είχε μαυρίσει από τον κόσμο και ο αέρας από τας φωνάς των ανθρώπων που έκλαιαν και εφώναζαν

ΖΩΝΤΑΝΗ ΛΑΙΜΗΤΟΜΟΣ

Από μια χαραγή του παραθύρου του σπιτιού μας εκύτταζα με πλακωμένη την καρδιά και είδα έναν άγριο Τούρκο με μακρυά μαλλιά και γένεια να κρατά ένα μαχαίρι, μεγαλείτερο από μισήν οργυιά που η άκρα του ήταν λυγισμένη. Είχεν ανασηκωμένα τα μανίκια του και είχε τυλιγμένα τα χέρια του ως επάνω με κόκκινο πανί για να διακρίνεται πως είνε τζελάτης (σφαγεύς). Έπειτα είδα τον τζελάτη να γυρίζη γύρω-γύρω το μαχαίρι του και τον άκουσα να του λέγη·
«Μπιτσαΐμ μπακ σάμ γκατς κισιλέρ τσόκ γκιαβουρλάρ κεσεγκεκσίν (Κύττα, πόσες ψυχές Ελληνικές θα φάς απόψε μαχαίρι μου!)
Τον κόσμο που είχαν μαζεμένο σαν πρόβατα στην μάνδρα και τον εφύλαγαν οι ωπλισμένοι Τσέτες, και κάθε στιγμή όλο και νέο κόσμο εμάζευαν.
-Θα μας σκοτώσουν, είπα στον άνδρα μου αυτοί, να φύγωμε, να φύγωμε.
-Στάσου να βρω κανένα τουρκικό σπίτι της γειτονιάς να μας κρύψουν, είπεν ο άνδρας μου και να έλθω να σε πάρω.
Εξήλθεν από την πίσω πόρτα του κήπου μας στον δρόμο, αλλά τον είδε μια χανούμισσα.
-Που πηγαίνεις, γκιαούρ; του εφώναξε.
-Χρήματα, χρήματα, όσα θέλετε σας δίνω, να μας κρύψετε, είπεν ο άνδρας μου.
-Τι τρέχει; ηρώτησε.
-Αμάν, κρύψτε μας και ό,τι έχω χρήματα, χρυσαφικά, όλα δικά σου είνε, είπε ο άνδρας μου.
-Στο σπίτι μου δεν γίνεται, βρήτε κανένα άλλο σπίτι, έλεγεν ο Τούρκος, εις το τέλος όμως εδέχθη να μας κρύψη εις τον αχυρώνα του. Έδωσα εις το παιδί μου αφιόνι να κοιμηθή, το έχωσα εις τα άχυρα, εχωθήκαμε και ημείς εις τα άχυρα και παρακαλούσαμε τον θεό να μην πέσουμε εις τα χέρια των Τσέτηδων.
Έπειτα ακούσαμε έξω μεγάλες φωνές και παρακαλέσαμε τον Τούρκο –Εφέ Μουσταφά τον έλεγαν- να βγη έξω να δη τι γίνεται.


ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΤΗΣ ΣΦΑΓΗΣ

Έπειτα από ολίγον ήλθεν ο Τούρκος και είπε·
-Ο Τζεμάλ έβαλε κήρυκα και φωνάζει πως όποιος Τούρκος του χωριού έχει κρυμμένο γκιαούρ στο σπίτι του, να τον βγάλη αμέσως έξω, να τον παραδώση, γιατί θα του κάψη το σπίτι του.
Ο άνδρας μου έδωσε όσα και αν είχε απάνω του χρήματα, έπεσε στα πόδια του Τούρκου και έλεγε·
-Εμένα ας με κόψουνε, μόνο της γυναίκας μου τν τιμή και τη ζωή του παιδιού μου να σώσω.
Από το δίπλα σπίτι έβγαιναν φωνές και έπειτα όλος ο αέρας άρχισεν να γεμίζη από φωνές και κλάματα. Οι Τσέτες ήρχισαν να σφάζουν τον κόσμο. Εγώ και άνδρας μου ελιποθυμήσαμε. Ύστερα από ώρα ήρθε πάλιν ο Τούρκος στον αχυρώνα.
-Φως στα μάτια σου, λέγει του ανδρός μου. Ήρθε τηλεγράφημα από τον Κεμάλ να μην κοπούν οι χριστιανοί, μόνο να πάρουμε τα χρήματά σας και τα όπλα σας. Πηγαίνετε στο σπίτι σας, μη φοβάσθε.

Αναγκαστήκαμε να φύγωμε από τον αχυρώνα και ετραβήξαμε και εκρυφτήκαμε εις τον κήπο του σπιτιού μας. Εκεί ήρθε και ο συγγενής μας ο Στρατής βαφειάδης, πολύ πλούσιος με την κόρη του και εμείναμεν όλοι κρυμμένοι εις τον κήπο. Κατά το απόγευμα αργά οι Τσέτες άφησαν όσες γυναίκες είχαν πιάσει, ελεύθερες, τους άνδρες όμως όλους τους εφύλατταν κλειδωμένους στο μεγάλο σπίτι.
Έπειτα ακούσαμε να κτυπούν δυνατά την πόρτα του σπιτιού μας και φωνές να καλούν τον άνδρα μου.
-Βογιατζή εφένδη, Βογιατζή.
Εφύγαμε έξω πάλι από την πόρτα του κήπου, ενώ ηκούαμε την φωνή της συνυφάδας μου Πολυξένης που την έσφαζαν οι Κεμαλικοί.
Οι Τούρκοι ήρχισαν να γδύνουν τα σπίτια, να βιάζουν τας γυναίκας, και να σκοτώνουν και πολλούς. Κρυμμένοι πάλιν εις τον αχυρώνα, εμάθαμε ότι ένας χότζας της Λευκής επαρουσιάσθη εις τον Τζεμάλ και του είπε·
-Το δικό μου χαρτί γράφει πως οι Έλληνες της Λεύκας δεν είνε άνθρωποι κακοί, πρέπει να τους αφήσης να ζήσουν.
Και ο Τζεμάλ είπε·
-Σου κάνω το χατήρι, αλλά πρέπει ως τας εννέα το βράδυ να φέρουν 20.000 λίρες, γιατί αλλοιώτικα θα σκοτωθούν.
Εβγήκαν οι παπάδες και οι πρόκριτοι και μαζέψανε 2.800 λίρες, 2.000 οκάδες κουκούλι και τα χρυσαφικά των γυναικών. Τα επήγαν εις τον χότζα όλα και του είπαν οι πρόκριτοί μας και οι παπάδες·

ΤΑ ΧΡΗΜΑΤΑ ΚΑΙ Η ΨΥΧΗ ΜΑΣ

Αυτά είναι τα χρήματα και αυτή είνε η ψυχή μας. Άλλα δεν έχομε. Αν θέλη ας πάρη τα χρήματα, αν θέλη ας πάρη την ψυχή μας.
Ο Τζεμάλ πήρε τα χρήματα, το μετάξι και τα χρυσαφικά και μας άφησε να ζήσωμε. Ενάμισυ μήνα έμειναν οι Τσέτηδες στο χωριό μας, και έπειτα έφυγαν και επήγαν εις την Νίκαια, και εις τας 15 Αυγούστου εσκότωσαν εκεί όλους τους χριστιανούς.
Την νύκτα της 15-16 Αυγούστου ήλθαν πάλι οι Τσέτες και έζωσαν κρυφά το χωριό, και το πρωί εσκότωσαν 60-65 ανθρώπους που τους είχαν πιάσει να πηγαίνουν στα χωράφια των για δουλειά.
Μετά την σφαγήν αυτήν ο Τζεμάλ έβγαλε πάλι κήρυκα και εφώναξε·
-Όσοι εσκοτώθησαν εσκοτώθησαν, άλλοι δεν θα σκοτωθούν.
Είχε πέσει στην μέση ο χότζας , έπιασε τους προκρίτους και είπε πως πρέπει οι χριστιανοί της Λεύκας να γίνουν Τούρκοι αν ήθελαν να σώσουν την ζωή των. Ο χότζας αυτός ήτο πονόψυχος άνθρωπος και είπε· όταν έλθη ο Ελληνικός στρατός εις την Λεύκα, γίνεσθε πάλι χριστιανοί.

ΣΚΗΝΑΙ ΘΑΝΑΤΟΥ

Τότε εγίναμεν όλοι Τούρκοι, αλλάξαμε τα ονόματά μας και δώσαμε τον κατάλογο στον χότζα. Εγώ επήρα το όνομα Χαϊριέ, ο άνδρας μου Αχμέτ, ο κουνιάδος μου Μουσταφάς. Αι γυναίκες εβάλαμε χανουμίστικα και όσοι νέοι ήταν ρεβωνιασμένοι στεφανώθηκαν από το χότζα όπως λέγει το Κοράνι. Έπειτα οι Κεμαλικοί επήραν ένα γέρο συγγενή μας Βαφειάδη, του έδοσαν ένα φτυάρι και κασμά και τον επήραν στα χωράφια να σκάψη μόνος του τον λάκκον του, τον εσκότωσαν μέσα στο λάκκο που είχε ανοίξει ο γέρος. Ενός νέου Γιάγκου το όνομα, του έκλεψαν το σακκάκι και μέσα στην τσέπη του ηύραν ένα μικρό εικονοσματάκι. Τον εσκότωσαν και αυτόν αφού τον έβαλαν και άνοιξε πάλι μόνος τον λάκκον του.

Έπειτα επήγαν εις το σπίτι του Παπά Γιορδάν Βαφειάδη του επήραν όλα τα πράγματά του, τον κατέβασαν τον Παπά, την παπαδιά Ρεβέκα, νέα τριάντα ετών, τα τρία των παιδιά και την μητέρα του Παπά, στον δρόμο έδεσαν τον Παπά Γιορδάν, ατίμασαν την γυναίκα του στο δρόμο εμπρός στα μάτια του και εμπρός στα μάτια των παιδιών της, και τους έσφαξαν έπειτα όλους. Τον άλλο παπά της Λεύκας, τον Παπά Κωστή τον εσκότωσε με το μαχαίρι του ο τζελάτης μαζύ με την γυναίκα του και τα δυο παιδιά του.

Η ΚΑΫΜΕΝΗ Η ΡΟΔΑΝΘΗ

Επέρασαν 10-15 ημέραι κατόπιν με ησυχίαν. Έπειτα επήραν τον κουνιάδο μου και εμαζέψαμε όλη η οικογένεια του Βαφειάδη 700 λιρών κοσμήματα και τα εδόσαμε για να τον αφήσουν ελεύθερο. Ένα βράδυ έπειτα από δύο ημέρες εχτύπησε το τύμπανο στο χωριό, εμαζεύθησαν οι Κεμαλικοί και άρχισαν να σπάζουν τις πόρτες και να φωνάζουν πως θα σφάξουν όλους τους γκιαούρ.
Επήραμε το παιδί μας και ετρέξαμε στον κήπο. Εκεί ακούσαμε να έρχεται από το δρόμο μια φωνή της νεοπαντρεμμένης Ροδάνθης Πασχαλίδη που έλετε·
-Μη μου χαλνάτε τη ζωή και δεν εχόρτασα ακόμη τον κόσμο
-Ακόμη φωνάζεις γκιαούρ, εφώναξαν οι Τούρκοι και την επυροβόλησαν, αλλά δεν την ηύραν τα βόλια.
Η Ροδάνθη εφώναξε
-Δεν είμαι κορμί να με σκοτώσετε.
Ένας τσέτης άναψε ένα σπίρτο να δη το πρόσωπό της αλλά ένας άλλος Τούρκος την εχτύπησε με το μαχαίρι του και η φωνή της δεν ακούστηκε πιά.
Μέσα στον κήπο μας είχαν μαζευθή και άλλαι γειτόνισσαι με τα παιδιά των και όταν ακούσαμε τους Τούρκους να ανεβαίνουν στο σπίτι μας επηδήσαμε από το φράχτη και εσκορπίσαμε.
Ευρέθηκα με το παιδί μου σ’ ένα μικρό σπίτι μα ένας τσέτης άρχισε να χτυπά την πόρτα και εγώ παρακάλεσα τον Θεό να δώση σε μένα και στο παιδί μου αμέσως τον θάνατο.
Ένας άλλος Τούρκος εφώναξε τότε.
-Τι κάνεις μωρέ, στο άδειο αυτό σπίτι. Δεν πάς να σκοτώσεις στα άλλα σπίτια που είνε γεμάτα από γκιαούρ.
Δεν ξεύρω ύστερα πως ήρθε και με ηύρε ο άνδρας μου και πως ευρεθήκαμε κρυμμένοι δέκα σωστοί άνθρωποι στην καταβόδρα ενός αποπάτου.

ΤΟ ΚΛΑΜΑ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ

-Οι Τσέτες εγύρευαν τον κόσμο στα σπίτια και στους κήπους. Ηκούαμε τας φωνάς αυτών που εσφάζοντο και τα κλάματα των μικρών παιδιών που έλεγαν με γνώσι σαν να ήσαν μεγάλοι.
-Εμάς γιατί μας σφάζετε; Τι σας εκάναμε εμείς;
-Θα σας πάμε στον δάσκαλο να μάθετε γράμματα, έλεγαν οι κακούργοι και τους έσπαζαν τα κεφάλια.
Όταν ξημέρωσε και έγινε ημέρα εβλέπαμε τα σκυλλιά που έτρεχαν να αρπάξουν τα κομμάτια των σφαγμένων ανθρώπωη, και είχαν φέρει κοντά εκεί που ήμεθα κρυμμένοι, ένα γυναικείο κεφάλι με τα μαλλιά που άρπαζαν η πέτρες και ένα πόδι με το παπούτσι. Οι δρόμοι πρέπει να ήταν γεμάτοι από κομμάτια σφαγμένων ανθρώπων και οι Τουρκάλες της Λεύκας έκαναν περίπατο εις τους δρόμους, έβλεπαν τα πτώματα και εγελούσαν.

Ήτο μια γενική σφαγή. Οι Τούρκοι εσκότωναν τον κόσμο με τα μαχαίρια γιατί ελυπούντο να χαλάσουν της σφαίρες των και μέσα εις την βοήν και στο κλάμα που ανέβαινεν εις τον ουρανόν, ηκούοντο τα ούτια των Τούρκων και οι αμανέδες τω.
-Τι φωνάζετε γκιαούρηδες, τι φωνάζετε! έβγαιναν φωνές. Εμείς ούτε το σπόρο του Γιουνάν δεν θ’ αφήσωμε.
Κανένας χριστιανός δεν ετόλμα να φέρη αντίστασιν γιατί είχαν τόση αγριότητα οι Τούρκοι ώστε μόλις τους έβλεπες έκοβαν τα γόνατά σου και έπεφταν κάτω τα χέρια σου στεγνά. Αι Τουρκάλαι έμπαιναν στα σπίτια μας έπερναν τα ρούχα μας, τα εδοκίμαζαν, τα εθαύμαζαν, τα φορούσαν.
Ο κόσμος εφώναζε·
-Εμείς τι φταίμε για τον πόλεμο που γίνεται, τι αφορμή είμαστε εμείς.
Και τα μικρά παιδάκια που μόλις είχαν ομιλία έλεγαν πιάνοντας των Τούρκων τα πόδια·
-Άμτζα (μπάρμπα) μη μας σφάζης να γίνομε δικά σου παιδιά.
Αι γυναίκες επαρεκάλουν·
-Μη μας σφάζετε έτσι με τυραννία. Σφάξτε μας μια και καλή.
Οι Τούρκοι όμως επαίζανε με αυτές, τας ατίμαζαν εις τους δρόμους, έκοπταν τας ρόγας του στήθους των και τας επερνούσαν και έπαιζαν κομπολόϊ και έπειτα τας εσκότωναν με τα μεγαλείτερα μαρτύρια.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ

Σάββατο 31 Αυγούστου 2013

Η αεροπορική τραγωδία στην Ελούντα το 1936

Το τελευταίο ταξίδι του υδροπλάνου «Scipio» της Imperial Airways
Ιστορική Έρευνα 

Του Κωστή Ε. Μαυρικάκη
Πολιτικού Μηχανικού ΕΜΠ

Εβδομήντα επτά χρόνια κλείνουν το φετινό Αύγουστο από τη συντριβή του υδροπλάνου Scipio (Σκηπίων) των Βασιλικών Βρετανικών Αερογραμμών ή Imperial Airways στον κόλπο της Ελούντας. Για πρώτη φορά μετά από 77 χρόνια γίνεται προσπάθεια μιας όσο το δυνατό πιο ολοκληρωμένης ιστορικής καταγραφής αυτού του τραγικού συμβάντος που έγινε στην προπολεμική Ελούντα και έβαψε με αίμα την ιστορία των Βρετανικών Αερογραμμών.

Εκείνο το Σαββατιάτικο καλοκαιρινό πρωινό της 22ας Αυγούστου του 1936, κανένας δεν πίστευε ότι θα έμελλε να αποτελέσει ορόσημο τόσο για την Ελούντα όσο και για τις Βρετανικές Βασιλικές Αερογραμμές, προδρόμου της σημερινής αεροπορικής εταιρείας British Airways.
Στην Ελλάδα τότε, μόλις πριν από 18 μέρες είχε διαλυθεί η Βουλή, καταλύθηκε και επίσημα το κοινοβουλευτικό πολίτευμα της χώρας και επεβλήθη το δικτατορικό καθεστώς του Ι. Μεταξά με το πρόσχημα του φάσματος του κομμουνιστικού κινδύνου.

Στη μακρινή από τα γεγονότα τότε, μικρή και άσημη Ελούντα, η ζωή κυλούσε στους δικούς της ρυθμούς: Οι Ελουντιανοί προετοιμάζονταν να μετακομίσουν στα μετόχια τους στο Νησί, αφού πλησίαζε η συγκομιδή των χαρουπιών που ήταν από τα βασικά βιοποριστικά γεωργικά προϊόντα και σπουδαίος οικονομικός πόρος τους.

Ώσπου την ηρεμία και τη γαλήνη εκείνου του καλοκαιρινού πρωινού τη διατάραξε η απρόσμενη συντριβή του υδροπλάνου της Imperial σε ένα ταξίδι ρουτίνας, προερχόμενο από την Αλεξάνδρεια και αφού είχε ξεκινήσει από το μακρινό Καράτσι της Ινδίας μεταφέροντας το Βρετανικό ταχυδρομείο μαζί με 11 συνολικά επιβάτες και πλήρωμα.

Το μικρό ελικοφόρο τετρακινητήριο υδροπλάνο τύπου SHORT S17 KENT που είχε το διακριτικό όνομα Scipio (Σκηπίων), όντας ηλικίας μόλις 5 ετών, αποτελούσε το καμάρι της εταιρίας στη γραμμή για τις Ινδίες, απογειώθηκε το ίδιο πρωινό όταν η μέρα είχε χαράξει ήδη καλά στην Αλεξάνδρεια. Η αιώνια πόλη, είχε αποχαιρετήσει οριστικά μόλις πριν από 3 χρόνια το μεγάλο τέκνο της, τον ποιητή Κ. Π. Καβάφη.

Η ίδια πόλη εκείνο το πρωινό, ξεπροβόδιζε τους επιβάτες σε μια συνηθισμένη πτήση ρουτίνας για την Ευρώπη. Λίγο έλειψε, ανάμεσά τους να ήταν και η συντοπίτισσά μας, φουρνιώτισσα ποιήτρια Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη. Για καλή της τύχη, όμως δεν πρόλαβε την πτήση, αφού λίγη ώρα πριν, το ταξί που την μετέφερε στο χώρο αποθαλάσσωσης έπαθε μηχανική βλάβη!

Το ταξίδι από την Αλεξάνδρεια μέχρι την Ελούντα ήταν 381 μίλια (705 χλμ.) και διαρκούσε περίπου 3,5 ώρες με κανονικές συνθήκες πτήσης. Η μέση ταχύτητα του ταξιδιού που ανέπτυσσε το υδροπλάνο scipio ήταν περίπου 200 χλμ./ώρα. Επιβάτες και πλήρωμα, απολάμβαναν κατά την αποθαλάσσωση το καταπληκτικό δέλτα και τις εκβολές του Νείλου. Ο καλοκαιρινός καιρός ήταν θαυμάσιος και το ταξίδι προς τα βορειοδυτικά φάνταζε ονειρεμένο.

Το Λυβικό πέλαγος στραφτάλιζε στις πρωινές ακτίνες του ήλιου μέχρι το σκάφος να ανέβει στο τελικό ύψος πτήσης. Για δύο από τους επιβάτες, που ένοιωθαν τη χαρά της επιστροφής από το «πετράδι του στέμματος» τις μακρινές Ινδίες που αποτελούσαν Βρετανική κτήση, όπου υπηρετούσαν τον Αγγλικό αποικιακό στρατό, καθισμένοι στα μπροστινά vip καθίσματα του υδροπλάνου, το ταξίδι αυτό έμελλε να ήταν και το τελευταίο…
 Η χαρά όλων ήταν απερίγραπτη όταν πετώντας πάνω από το Γαϊδουρονήσι, νότια της Ιεράπετρας, άρχισε να διακρίνεται η Κρήτη.

«Επιτέλους, διαβήκαμε το κατώφλι της Ευρώπης! Επιτέλους φτάνουμε σπίτια μας!»
φώναξε χαρούμενος, μη γνωρίζοντας τι του επεφύλασσε η μοίρα λίγα λεπτά αργότερα, ο απόστρατος λογχοφόρος αξιωματικός της Βρετανικής Πολιτοφυλακής στις Ινδίες στο διπλανό του υπολοχαγό των τεθωρακισμένων που μόλις κατάφερε να τον ακούσει, εξαιτίας του ανυπόφορου μουγκρίσματος των μηχανών που ήταν πάνω από τα κεφάλια τους, στην καμπίνα των επιβατών.

Ήταν δέκα παρά κάποια λεπτά, και το υδροπλάνο πετούσε ήδη πάνω από την Ιεράπετρα. Οι ελαιώνες του γιεραπετρίτικου κάμπου καλωσόριζαν τους ταξιδιώτες στο κρητικό τοπίο, ενώ ήδη κατά το βορά, άρχισε να φαίνεται η παραλία της Παχειάς Άμμου και να μυρίζει αιγαιοπελαγίτικα ο αέρας...

Ο κόλπος του Μεραμπέλου διακρινόταν πλέον καθαρά και όλοι ήταν ανυπόμονοι να προσθαλασσωθούν για να ανεφοδιαστούν με καύσιμα, να πάρουν μια ανάσα και να συνεχίσουν το ταξίδι για το Φάληρο.

Ο έμπειρος πιλότος captain Wilcockson είχε κάνει αρκετές φορές το δρομολόγιο. Το ίδιο και ο συνάδελφός του ο S. G. Long, όπως και ο ασυρματιστής Birkenshaw. Το δρόμο τον ήξεραν με κλειστά μάτια…
Το μόνο που τους απασχολούσε ήταν αυτές οι ύπουλες μπουνάτσες του Κόρφου της Ελούντας, στις οποίες έχανες την αίσθηση του ύψους, αφού η θάλασσα γινόταν καθρέφτης και δεν ξεχώριζες που τέλειωνε το κενό και που άρχιζε το νερό…
«Ευτυχώς, τώρα φυσάνε τα μελτέμια, σκέφτηκε. Η προσθαλάσσωση θα είναι περίφημη. Μας περιμένουν άλλωστε οι φίλοι, ο Πούλ και ο Ποντώφ πάνω στο Imperia. Θα περάσουμε καλά το σαββατοκύριακο στην Ελούντα. Το νοιώθω πια, σαν πατρίδα μου το μέρος αυτό…»
σκεφτόταν ο πιλότος Wilcockson.


Βρισκόταν ήδη πάνω από τις Αλυκές σε υψόμετρο περίπου 200 πόδια. Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τις σκέψεις του, όταν ο άλλος συνάδελφός του κάνοντας ένα αδέξιο χειρισμό έστριψε σχεδόν τέρμα το πηδάλιο ύψους – βάθους στην ουρά της ατράκτου. Το σκάφος, έγειρε απότομα σε σχεδόν κατακόρυφη θέση με το ρύγχος να σημαδεύει τη θάλασσα.

Προσπαθώντας να μη χάσει την ψυχραιμία του ο captain Wilcockson επιτάχυνε ακόμη περισσότερο τις μηχανές ώστε  να επαναφέρει στη σωστή θέση κλίσης το σκάφος.

 Δυστυχώς όμως, είχε ήδη επέλθει «απώλεια στήριξης» που επέφερε ακόμη μεγαλύτερη κλίση στην άτρακτο με αποτέλεσμα το υδροπλάνο να καρφωθεί στη θάλασσα μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Η κρούση ήταν σφοδρότατη και το ρύγχος καρφώθηκε στον πηλώδη βυθό αμέσως. Ο θάνατος των δύο στρατιωτικών ήταν ακαριαίος. Οι κραυγές πόνου και οι απεγνωσμένες φωνές που καλούσαν σε βοήθεια «Help us! Help us!» ξεσήκωσαν αυτοστιγμεί όλους τους κατοίκους της Ελούντας. Ήδη η τραγωδία είχε γραφεί…

Η επιχείρηση διάσωσης

Αμέσως μετά τη συντριβή του υδροπλάνου, το νέο διαδόθηκε αστραπιαία σε ολόκληρη την Ελούντα. Πολλοί εξάλλου ήταν και αυτόπτες μάρτυρες της ακαριαίας πτώσης του στη θάλασσα. Όλοι έτρεξαν αμέσως με τις βάρκες σχηματίζοντας αυτοσχέδιες ομάδες διάσωσης. Η αυθόρμητη συμμετοχή ήταν τόσο εντυπωσιακή που έκανε τον Άγγλο Υποπρόξενο στην Κρήτη, να ευχαριστήσει δημόσια από τις εφημερίδες της εποχής ιδιαιτέρως «τον Πρόεδρο και όλους τους κατοίκους της κοινότητος Ελούντας» για την αυθόρμητη βοήθειά τους.

Κατάφεραν να απεγκλωβίσουν από την καμπίνα όλους τους επιβάτες και να μεταφέρουν τους επιζώντες για να τους παρασχεθούν οι πρώτες βοήθειες στο πλοίο ανεφοδιασμού Imperia, που ήταν αρόδου ανοιχτά της βενζιναποθήκης. Νεκροί ανασύρθηκαν ο 60χρονος Thomas Alexander Cecil (Whimmie) Forbes απόστρατος λογχοφόρος της Ινδικής Πολιτοφυλακής και ο 27χρονος Lieut Richard Glen WilsonDickson υπολοχαγός του 5ου Βασιλικού Τάγματος Τεθωρακισμένων. Οι δύο άντρες ενταφιάστηκαν την επομένη του δυστυχήματος στο νεκροταφείο της Αγίας Τριάδος, με εμφανή  μέχρι σήμερα τον τάφο τους.

Επίσης μέχρι αργά το μεσημέρι κατάφεραν να περισυλλέξουν όλους τους σάκους της αλληλογραφίας που κουβαλούσε το υδροπλάνο. Οι σάκοι προέρχονταν από την Αυστραλία (σφραγίδα ταχυδρομείου 15-08-36), από τη Σιγκαπούρη (σφραγίδα ταχυδρομείου 16-08-36) και από το Καράτσι της (ενιαίας τότε) Ινδίας (σφραγίδα ταχυδρομείου 19-08-36).

Να σημειωθεί ότι εξίσου σπουδαία, ήταν και η διάσωση όλου του ταχυδρομείου, δεδομένου ότι υπήρχαν και απόρρητα διπλωματικά έγγραφα προερχόμενα από χώρες που ήταν ακόμη κάτω από το Βρετανικό Στέμμα και η πιθανή απώλειά τους θα αποτελούσε σοβαρό πλήγμα στην διπλωματία και την εξωτερική πολιτική της Αγγλίας εκείνη την περίοδο, αφού ήταν ο μοναδικός δρόμος για να φτάσουν όλα αυτά τα μυστικά διπλωματικά έγγραφα, στα ανάκτορα του Μπάκιγχαμ…


Σύμφωνα με αναφορά της Εταιρείας, δύο ταχυδρομικοί σάκοι από το Χόνγκ Κόνγκ που ζύγιζαν πάνω από 29 κιλά περισυλλέγησαν μέσα σε λίγες ώρες και προωθήθηκαν με έκτακτη πτήση στην Αθήνα για να φτάσουν στο Λονδίνο στις 25 Αυγούστου. Πολλοί από τους φακέλους αυτής της αλληλογραφίας σώθηκαν στο ακέραιο χωρίς να αποκολληθούν τα γραμματόσημα είτε γιατί περισυλλέγησαν σχεδόν αμέσως μόλις ήρθαν σε επαφή με τη θάλασσα, είτε γιατί κάποιοι σάκοι ήταν στο πίσω μέρος της ατράκτου η οποία λόγω του μικρού βάθους της θάλασσας στο σημείο πτώσης, προεξείχε έξω από το νερό.
Άλλο τμήμα της αλληλογραφίας μεταφέρθηκε με άλλη πτήση μέχρι το Πρίντεζι της Ιταλίας, απ΄ όπου προωθήθηκε σιδηροδρομικά μέχρι το Παρίσι, για να φτάσει τελικά στο Λονδίνο στις 27 ή 28 Αυγούστου 1936.

Όσοι φάκελοι βράχηκαν από τη θάλασσα, σφραγίστηκαν στο κεντρικό ταχυδρομείο του Λονδίνου με σφραγίδες που έγραφαν «DAMAGED BY WATER» ή «DAMAGED BY SEA WATER», ή «DAMAGED BY SEA WATER IN AIRPLANE ACCIDENT» («ΚΑΤΑΣΤΡΕΜΜΕΝΟ ΑΠΟ ΝΕΡΟ» ή «ΚΑΤΑΣΤΡΕΜΜΕΝΟ ΑΠΟ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ ΝΕΡΟ» ή «ΚΑΤΑΣΤΡΕΜΜΕΝΟ ΑΠΟ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟ ΝΕΡΟ ΣΕ ΑΕΡΟΠΟΡΙΚΟ ΔΥΣΤΥΧΗΜΑ»). Επίσης σε πολλούς φακέλους μπήκε συνοδευτική αυτοκόλλητη ετικέτα που έγραφε «The accompanying item was salved from the wreck of the Air LinerScipio”. Returned letter Section, London(Δηλαδή: Ο συνοδευτικός φάκελος διασώθηκε από την πτώση του αεροπλάνου «Scipio». Τμήμα επιστρεφόμενης αλληλογραφίας, Λονδίνο).

Τα τεχνικά χαρακτηριστικά του υδροπλάνου

Το υδροπλάνο που συνετρίβη, όπως προαναφέρθηκε ήταν τύπου SHORT S17 KENT και έφερε τέσσερις αερόψυκτες μηχανές τύπου Bristol Jupiter XFBM που ήταν τοποθετημένες ανάμεσα στα φτερά.
Η Ιμπέριαλ συνήψε συμφωνία με τους Short Brothers να κατασκευάσουν υδροπλάνο με τέσσερις κινητήρες το οποίο θα είχε επαρκή ακτίνα δράσης, αρκετούς χώρους για ταχυδρομικούς σάκους και ικανοποιητική άνεση για 15 επιβάτες. Έτσι σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε το SHORT S17 KENT με ιπποδύναμη 555 hp το οποίο και αντικατέστησε το προηγούμενο μοντέλο «Short Calcuta» που ήταν τρικινητήριο. Η πρώτη δοκιμαστική πτήση του έγινε στις 24 Φεβρουαρίου του 1931 ενώ το πρώτο σκάφος δρομολογήθηκε στη γραμμή το Μάιο του ίδιου έτους. Η εταιρεία κατασκεύασε μόνο τρία αυτού του τύπου. Το συγκεκριμένο υδροπλάνο που συνετρίβη στην Ελούντα, εκτελούσε πτήσεις περίπου 4000 μίλια την εβδομάδα.

Ανέπτυσσε μέγιστη ταχύτητα με πλήρες φορτίο 137 μίλια την ώρα και η μέγιστη απόσταση που μπορούσε να διανύσει με αυτονομία καυσίμων ήταν 450 μίλια (περίπου 830 Km).
Το απόβαρο του σκάφους ήταν 20460 λίβρες (9,281 τόνους), ενώ με πλήρες φορτίο ζύγιζε 32000 λίβρες (14,515 τόνους) μπορούσε δηλαδή να μεταφέρει ωφέλιμο φορτίο 5,234 τόνους. Το μήκος του ήταν 78 πόδια και 5 ίντσες (23,90 μ.) ενώ το πλάτος του με το άνοιγμα των πτερύγων 113 πόδια (34,44 μ.) και το ύψος του 28 πόδια (8,53 μ.).
Τα φτερά του καταλάμβαναν επιφάνεια 2640 τετρ. πόδια (245,26 μ2). Μπορούσε να πετάξει σε μέγιστο ύψος 1950 πόδια και να μεταφέρει μέχρι και 15 επιβάτες σε καμπίνα που ήταν κάτω από τα φτερά, ενώ το πλήρωμα ήταν δύο πιλότοι και ένας ασυρματιστής.
Εκτός αυτό που συνετρίβη στην Ελούντα, από τα άλλα δύο, το ένα είχε πέσει θύμα εμπρησμού και κάηκε ολοσχερώς εννέα μήνες πριν στο Πρίντεζι της Ιταλίας (Νοέμβριος του 1935) αφού λειτουργούσε και εκεί διαμετακομιστική βάση της Imperial όπως στην Ελούντα. Το τρίτο εκτελούσε πτήσεις μέχρι και τον Ιούνιο του 1938 οπότε και έγινε παλιοσίδερα (scrap).


Δυστυχώς σήμερα, δεν σώζεται ο τύπος αυτός του υδροπλάνου, στο μουσείο του αεροδρομίου Croydon στο Surrey της Μ. Βρετανίας όπου ήταν και η έδρα των Βασιλικών Αερογραμμών και μπορούμε να το βλέπουμε μόνο από τις φωτογραφίες που διασώθηκαν.
Οι μέχρι σήμερα επικρατούσες απόψεις για την πτώση του, ότι δηλαδή αντιμετώπισε μηχανικό πρόβλημα και ο πιλότος επιχείρησε αναγκαστική προσγείωση ή ότι εξαιτίας της άπνοιας η θάλασσα ήταν τόσο πολύ καθρέπτης (μπουνάτσα) που αποπροσανατόλισε τον πιλότο χάνοντας την αίσθηση του ύψους αφού έβλεπε το είδωλο του ουρανού, δεν ευσταθούν.

Το πρόβλημα της νηνεμίας της θάλασσας ήταν όντως σοβαρό στις προσθαλασσώσεις που επιχειρούσαν. Μετά από αρκετές περιπτώσεις δύσκολων προσθαλασσώσεων, οι πιλότοι είχαν επισημάνει το πρόβλημα στη διοίκηση της εταιρείας, η οποία έδωσε εντολή στους μηχανικούς της, να επινοήσουν ένα τρόπο που να μπορούν να υπολογίζουν ακριβώς το εναπομένον ύψος μέχρι τη θάλασσα. Έτσι μια ιδέα όπως είχε προταθεί (που δεν ευσταθεί όμως ως προς την σοβαρότητά της), ήταν η ρίψη μπαλονιών του πινγκ πόνγκ μέσα από δίχτυ που θα είχε δεμένα στα δύο άκρα των πτερύγων του λίγο πριν την προσθαλάσσωση.

Το δυστύχημα και τα Μέσα Ενημέρωσης της εποχής 

Το τραγικό αεροπορικό δυστύχημα καλύφτηκε ευρέως από τα Ελληνικά και Διεθνή μέσα ενημέρωσης της εποχής. Έτσι το πρακτορείο Reutres (Ρώϋτερς) σε ανταπόκρισή του από το Κάϊρο, με τίτλο «Scipio crash, survivors» ( Συντριβή scipio, επιζώντες), έγραφε:

«Κάϊρο, Δευτέρα 24 Αυγούστου: Δέκα από τους έντεκα επιζώντες του δυστυχήματος που συνέβη στο υδροπλάνο Scipio των Βασιλικών Αερογραμμών που συνετρίβη στο λιμάνι Μιραμπέλλο (Κρήτη) το περασμένο Σάββατο, έχουν ήδη αναχωρήσει για την Αθήνα. Έχουν πάρει μαζί τους μερικούς σάκους από το ταχυδρομείο που διεσώθη, χωρίς όμως να έχει ακόμη αναγνωριστεί ο προορισμός του, αφού οι περισσότερες ετικέτες έχουν καταστραφεί».

Επίσης η μεγάλης κυκλοφορίας ημερήσια Βρετανική εφημερίδα Daily Telegraph υπό τον τίτλο

«Συντριβή υδροπλάνου στο Μιραμπέλλο. Δύο επιβάτες νεκροί από την πτώση του Scipio», έγραφε σε πρωτοσέλιδο δημοσίευμα στις 24 Αυγούστου 1936: 
«Τηλεγράφημα του πρακτορείου Reuters από την Αθήνα, μεταδίδει ότι το υδροπλάνο Scipio των Βασιλικών Βρετανικών Αερογραμμών, στο οποίο επέβαιναν επτά επιβάτες και τετραμελές πλήρωμα συνετρίβη το περασμένο Σάββατο σε τρικυμιώδη θάλασσα στον κόλπο του Μεραμπέλλου στην Κρήτη, προερχόμενο από την Αλεξάνδρεια. 

Το σκάφος πέφτοντας στη θάλασσα βυθίστηκε αμέσως. Τραγικό θάνατο βρήκαν ο T. A. C. Forbes απόστρατος αξιωματικός της Ινδικής Αστυνομίας και ο R. G. Wilson-Dickson υπολοχαγός στο Βασιλικό Βρετανικό Σύνταγμα Τεθωρακισμένων. Σοβαρά τραυματισμένος αναφέρεται ο επιβάτης J. N. Draught. Τέσσερις άλλοι επιβαίνοντες όπως και όλα τα μέλη του πληρώματος τραυματίστηκαν ελαφρά. 

Οι τοπικές αρχές της Κρήτης και οι γιατροί που έφτασαν επιτόπου, έδωσαν τις πρώτες βοήθειες στους τραυματίες, οι οποίοι μεταφέρθηκαν αμέσως στο παραπλήσιο μονίμως αραγμένο πλοίο ανεφοδιασμού της εταιρείας, Imperia. Στον τόπο του δυστυχήματος αναμένεται να φτάσει από ώρα σε ώρα προερχόμενο από τη Χάϊφα του Ισραήλ το κρουαζιερόπλοιο Durban. Η κηδεία των δύο θυμάτων έγινε χτες το μεσημέρι στο Μεραμπέλλο σύμφωνα με ανταπόκριση του Reuters από την περιοχή. Η επίσημη ανακοίνωση που δόθηκε από την Imperial Airways για το δυστύχημα, αναφέρει ότι οφείλεται σε ανθρώπινο λάθος ενώ το υδροπλάνο βυθίστηκε εξαιτίας της κακοκαιρίας».


Η καθημερινή εφημερίδα του Ηρακλείου «Δράσις» στις 27/8/1936 υπό τον πηχυαίο τίτλο «Τραγικόν δυστύχημα εις Ελούνδα του υδροπλάνου της Ιμπήριαλ» έγραφε:

«Κατά πληροφορίας εξ Αγ. Νικολάου τραγικόν αεροπορικόν δυστύχημα έλαβε χώραν χθές περί ώραν 10:30 π.μ. έξωθι της Ελούνδας. Συμφώνως προς τας μεταδοθείσας εκείθεν το απόγευμα πρώτας ειδήσεις, το δυστύχημα έλαβε χώραν ως εξής:

Έν των εκτελούντων την συγκοινωνίαν Αλεξανδρείας-Φαλήρου-Λονδίνου επιβατικών υδροπλάνων της εταιρείας «Ιμπήριαλ Αίργουες» προερχόμενον εξ Αλεξανδρείας οπόθεν είχε αποθαλασσωθή τας πρωινάς ώρας της σήμερον, ενώ περϊίπτατο ύπερθεν της Ελούνδας εις ύψος 500 μέτρων περίπου, αιφνιδίως λόγω προφανώς βλάβης των μοτέρ απώλεσε την ισορροπίαν του και κατέπεσεν ως βολίς εις την θάλασσαν εντός του εκεί κόλπου.
Του υδροπλάνου, κατά τας ιδίας πάντοτε πληροφορίας, επέβαινον 10 επιβάται πλην του προσωπικού εξ ων λέγεται εύρον τραγικόν θάνατον οι δύο και  ετραυματίσθησαν σοβαρώς οι οκτώ. Εις τον τόπον του δυστυχήματος κατέπλευσε ευθύς ως εγένετο αντιληπτόν το δυστύχημα, το ορμούν συνήθως εις τον αερολιμένα Ελούνδας πλοίον της εταιρείας «Ιμπήριαλ» προς διάσωσιν των επιβαινόντων οίτινες περισυνελέγησαν εν οικτρά καταστάσει. Το υδροπλάνο κατηυθύνετο εις Φάληρον.

Το απόγευμα ο Λιμενάρχης Ηρακλείου κ. Νικολέρης μετά των πρακτόρων του υδροπλάνου και άλλων ανεχώρησαν εσπευσμένως δια τον τόπον του δυστυχήματος».

Η επίσης καθημερινή εφημερίδα του Ηρακλείου «Ανόρθωσις» (27/8/1936) έγραφε καλύπτοντας την είδηση της κηδείας των θυμάτων:

«Κατά την κηδεία των άτυχων θυμάτων του  προχθεσινού παρά την Ελούνδαν αεροπορικού δυστυχήματος παρέστησαν αι αρχαί του νομού Λασηθίου και πλήθη κόσμου. Υπό του λιμενάρχου Αγίου Νικολάου ελήφθη και τω κατωτέρω τηλεγράφημα της Κυβερνήσεως: «Πρόθεσις Κυβερνήσεως είναι μετάσχη αποδόσεως τιμών εις φονευθέντας Άγγλους. Αναφέρατε πάραυτα αν καθίσταται χρονικώς δυνατός κατάπλους ημετέρου πολεμικού πλοίου εξ Αιδηψού προς συμμετοχήν. Εν εναντία περιπτώσει γνωρίσατε πρόθεσιν Κυβερνήσεως περί συμμετοχής εις απόδοσιν τιμών μη πραγματοποιηθείσαν  λόγω ανεπαρκείας χρόνου. Εκφράσατε βαθύτατα συλλυπητήρια Κυβερνήσεως. Υπουργός Ναυτικών».

Η ημερήσια εφημερίδα της Αθήνας «ΕΛΕΥΘΕΡΟΝ ΒΗΜΑ» στο Κυριακάτικο φύλλο της 23-08-36 σε πρωτοσέλιδο τίτλο της έγραφε: «Δυστύχημα εις Αγγλικόν Αεροπλάνον της γραμμής Ινδιών – Λονδίνου. Συνετρίβη εις τον όρμον Μεραμπέλλο. Τρεις νεκροί και εξ τραυματίαι». Στο κύριο άρθρο της ανέλυε:

  «Χτες την πρωίαν τετρακινητήριον υδροπλάνον της αγγλικής εταιρείας Imperial air ways κατευθυνόμενον εξ Αλεξανδρείας εις Φάληρον κατέπεσε συνεπεία αιφνιδίας βλάβης των μηχανών του, πλησίον της ακτής του Μεραμπέλλο της Κρήτης. Κατά την κάθοδόν του το υδροπλάνο ενέπεσεν εις δίνην αέρος και προσεθαλασσώθη ανωμάλως. 

Ο ασυρματιστής του υδροπλάνου εξέπεμψεν αμέσως σήμα κινδύνου . Εις βοήθειαν ανεχώρησεν εκ Μεραμπέλλου ρουμουλκόν το οποίον κατώρθωσε να διασώση πέντε επιβάτας και το πλήρωμα πλην δύο, ενός επιβάτου και ενός του πληρώματος οι οποίοι επνίγησαν. Το υδροπλάνον κατεποντίσθη. Εκ των διασωθέντων επιβατών τινές είναι τραυματισμένοι. Τα αίτια του δυστυχήματος δεν εγνώσθησαν εισέτι». 

Η εφημερίδα συνεχίζει με ανταπόκριση του Αθηναϊκού πρακτορείου Ειδήσεων από το Λονδίνο, γράφοντας:
«Το δυστύχημα το επισυμβάν εις το αεροπλάνον της εταιρείας Imperial air ways, ενεποίησε ζωηράν θλίψην ενταύθα. Το σκάφος «Σκηπίων» ήτο εκ των μεγαλυτέρων της υπερωκεανείου γραμμής της εταιρείας, κατέπεσε δε και συνετρίβη παρά την νήσον Κρήτην συνεπεία βλάβης του κινητήρος και ενώ προσεπάθει να προσγειωθεί εις τον αερολιμένα του Μεραμπέλλου, οπόθεν επρόκειτο να εφοδιαστεί εις καύσιμον ύλη. 
Εις Άγγλος επιβάτης ονόματι Φόρμπς, επιβάς του υδροπλάνου εκ Δελχί εφονεύθει κατά την πτώσιν τούτου. Ο υπολοχαγός Ντίκσον και εις άλλος επιβάτης επνίγησαν, ο δε πιλότος Ουϊλκόκξον υπέστη εκ της πτώσεως εσωτερικήν αιμορραγίαν. Ομοίως ετραυματίστησαν τρεις άλλοι εκ του πληρώματος και πέντε εισέτι εκ των επιβατών. 
Σοβαρόν κίνδυνον διέτρεξαν και οι λοιποί εκ των επιζώντων, οίτινες διεσώθησαν χάρις εις την έγκαιρον βοήθειαν της θαλαμηγού της εταιρείας «Ιμπήριαλ», ήτις ευρίσκετο κατά την στιγμή του δυστυχήματος εις απόστασιν ημίσεως μιλλίου από του σημείου όπου κατέπεσε το υδροπλάνο. Το καταστραφέν υδροπλάνο ήτο εφωδιασμένον δια τεσσάρων κινητήρων και είχε θέσεις δια 15 επιβάτας, κατεσκευάσθη το 1931 και ζυγίζει εν όλω μετά του φορτίου υπέρ τους δεκατρεις τόνους. Το αεροσκάφος είχεν αναχωρήσει εξ Αλεξανδρείας την πρωίαν δια Βρινδήσιον. 

Νεώτερα τηλεγραφήματα των Πρακτορείων Χαβάς, Ρώιτερς και άλλων, αναφέρουν λεπτομερείας της παρασχεθείσης υπό των ελληνικών αρχών περιθάλψεως εις τα θύματα του τραγικού τούτου αεροπορικού δυστυχήματος. Οι αγγλικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί ανήγγειλαν την νύκτα ότι κατέπλευσεν επιτόπου και αγγλικόν πολεμικόν ευρισκόμενον εκεί πλησίον».

Οι καθημερινής κυκλοφορίας εφημερίδες του Ηρακλείου «Δράσις» και «Ανόρθωσις» (27/8/1936) καθώς και τα «Κρητικά Νέα» (28/8/1936) υπό τον τίτλο «Το τραγικόν αεροπορικόν δυστύχημα, Θερμόν Αγγλικόν Ευχαριστήριον» δημοσίευσαν σε περίοπτες θέσεις, το ευχαριστήριο του Άγγλου Υποπρόξενου στην Κρήτη στο οποίο ανέφερε:



«Ο Υποπρόξενος της Αγγλίας εν Ηρακλείω ως και η αεροπορική εταιρεία Imperial Airways, θεωρούσιν υποχρέωσίν των να ευχαριστήσουν δημοσία τους Νομάρχας Ηρακλείου και Λασηθίου, τους Λιμενάρχας ως και εν γένει πάσας τας αρχάς, δια το επιδειχθέν ενδιαφέρον εις το γνωστόν τραγικόν αεροπορικόν δυστύχημα Ελούντας. Επίσης θερμώς ευχαριστούσι τους αυτοστιγμεί σπεύσαντας επί τόπου του δυστυχήματος, τον Πρόεδρο και τους κατοίκους της Κοινότητος Ελούντας των οποίων η αυθόρμητος συμμετοχή εις το πένθος ήτο πρόσθετος επικύρωσις των ευγενών αισθημάτων του Κρητικού λαού. 

Επισφράγισης των συμπαθών εκδηλώσεων ήτο το τηλεγράφημα της Α.Ε. του Υπουργού των Ναυτικών δι ου ηρωτάτο ο Λιμενάρχης Ηρακλείου εάν θα υπήρχε καιρός δια την αποστολήν Ελληνικού πολεμικού πλοίου προς απόδωσιν τιμών εις τους φονευθέντας αξιωματικούς του Αγγλικού Στρατού. Είναι παρήγορον ότι η τύχη επεφύλαξεν εις αυτούς να ταφώσιν μακράν μεν της Πατρίδας των, αλλά εις γην φίλης και φιλοξένου χώρας».


ΚΩΣΤΗΣ Ε. ΜΑΥΡΙΚΑΚΗΣ